Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

38
11 Εισαγωγή ΓΡΑΜΜΕΝΑ ΜΕΤΑΞΥ 1969 και 1971, τα τέσσερα κείμενα που περιλαμβάνονται στις Κρίσεις της Δημοκρατίας (τρία δο- κίμια και μία συνέντευξη), αποτέλεσαν το τελευταίο βιβλίο της Χάνα Άρεντ που εκδόθηκε όσο ήταν ακόμη στη ζωή. Έ- χουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε και τα ζητήματα που αποτέλεσαν την αφορμή και τον πυρήνα των στοχασμών της (Πόλεμος του Βιετνάμ και αντιπολεμικές κινητοποιήσεις, κί- νημα για τα πολιτικά δικαιώματα και φυλετικές ταραχές στις ΗΠΑ, φοιτητικό κίνημα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, Άνοιξη της Πράγας και ρωσική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία) αποτε- λούν μακρινές ιστορικές αφηγήσεις για τη νεότερη γενιά. Ό- σοι από τους πρωταγωνιστές τους δεν έχουν αποχωρήσει από το μάταιο κόσμο μας είναι γηραλέοι και λιγοστεύουμε συνε- χώς όσοι τα ζήσαμε ή τα παρακολουθήσαμε τότε. 1 Όλα αυτά όμως είναι άκρως σημαντικά ζητήματα, αυτά διαμόρφωσαν τις τελευταίες δεκαετίες της «Εποχής των Άκρων». Η Χάνα Άρεντ είναι διανοητικό δημιούργημα και πολιτικό θύμα αυτής της ακραίας εποχής. 2 Γεννημένη το 1906 κοντά 1 Αν το βιβλίο μεταφραζόταν πριν 15-20 χρόνια, θα έπρεπε να είναι γεμάτο υποσημειώσεις με πληροφορίες για πρόσωπα και γεγονότα που αναφέρονται και δεν είναι ίσως γνωστά στο ελληνικό κοινό. Όμως με τη σημερινή ανάπτυξη του Διαδικτύου δεν έχει νόημα κάτι τέτοιο: με μερικές λέξεις στις μηχανές ανα- ζήτησης και μερικά κλικ, ο αναγνώστης φθάνει αμέσως στην πληροφορία που θα υπήρχε στην υποσημείωση. Για όσους ιδιαίτερα διαβάσουν την ψηφιακή έκδοση του βιβλίου, η διαδικασία αυτή είναι αυτονόητη, όπως συμβαίνει και με οποιαδήποτε ανάγνωση σε υπολογιστή που δεν γίνεται μόνο για απόλαυση. 2 Η βιβλιογραφία για τη ζωή και το έργο της Χάνα Άρεντ στα ελληνικά δεν είναι πλούσια. Υπάρχουν κυρίως το συνοπτικό και περιεκτικό βιβλίο του Richard J. Bernstein, Γιατί Πρέπει να Διαβάζουμε Χάνα Άρεντ (Επίκεντρο, 2019, μετάφρα-

Transcript of Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

Page 1: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

 

11

Εισαγωγή ΓΡΑΜΜΕΝΑ ΜΕΤΑΞΥ 1969 και 1971, τα τέσσερα κείμενα που περιλαμβάνονται στις Κρίσεις της Δημοκρατίας (τρία δο-κίμια και μία συνέντευξη), αποτέλεσαν το τελευταίο βιβλίο της Χάνα Άρεντ που εκδόθηκε όσο ήταν ακόμη στη ζωή. Έ-χουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε και τα ζητήματα που αποτέλεσαν την αφορμή και τον πυρήνα των στοχασμών της (Πόλεμος του Βιετνάμ και αντιπολεμικές κινητοποιήσεις, κί-νημα για τα πολιτικά δικαιώματα και φυλετικές ταραχές στις ΗΠΑ, φοιτητικό κίνημα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, Άνοιξη της Πράγας και ρωσική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία) αποτε-λούν μακρινές ιστορικές αφηγήσεις για τη νεότερη γενιά. Ό-σοι από τους πρωταγωνιστές τους δεν έχουν αποχωρήσει από το μάταιο κόσμο μας είναι γηραλέοι και λιγοστεύουμε συνε-χώς όσοι τα ζήσαμε ή τα παρακολουθήσαμε τότε.1 Όλα αυτά όμως είναι άκρως σημαντικά ζητήματα, αυτά διαμόρφωσαν τις τελευταίες δεκαετίες της «Εποχής των Άκρων».

Η Χάνα Άρεντ είναι διανοητικό δημιούργημα και πολιτικό θύμα αυτής της ακραίας εποχής.2 Γεννημένη το 1906 κοντά                                                        1 Αν το βιβλίο μεταφραζόταν πριν 15-20 χρόνια, θα έπρεπε να είναι γεμάτο υποσημειώσεις με πληροφορίες για πρόσωπα και γεγονότα που αναφέρονται και δεν είναι ίσως γνωστά στο ελληνικό κοινό. Όμως με τη σημερινή ανάπτυξη του Διαδικτύου δεν έχει νόημα κάτι τέτοιο: με μερικές λέξεις στις μηχανές ανα-ζήτησης και μερικά κλικ, ο αναγνώστης φθάνει αμέσως στην πληροφορία που θα υπήρχε στην υποσημείωση. Για όσους ιδιαίτερα διαβάσουν την ψηφιακή έκδοση του βιβλίου, η διαδικασία αυτή είναι αυτονόητη, όπως συμβαίνει και με οποιαδήποτε ανάγνωση σε υπολογιστή που δεν γίνεται μόνο για απόλαυση. 2 Η βιβλιογραφία για τη ζωή και το έργο της Χάνα Άρεντ στα ελληνικά δεν είναι πλούσια. Υπάρχουν κυρίως το συνοπτικό και περιεκτικό βιβλίο του Richard J. Bernstein, Γιατί Πρέπει να Διαβάζουμε Χάνα Άρεντ (Επίκεντρο, 2019, μετάφρα-

Page 2: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

12

στο Ανόβερο, καταγόταν από διαπρεπή εβραϊκή οικογένεια της Καινιξβέργης,3 όπου έζησε τα παιδικά και μαθητικά της χρόνια. Φοίτησε σε διάφορα πανεπιστήμια, υπήρξε φοιτήτρια του Χάιντεγκερ, του Χούσερλ και του Γιάσπερς, με τον οποίο εκπόνησε και το διδακτορικό της.

Το 1933, με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, η Χάνα Άρεντ –όπως και δεκάδες χιλιάδες άλλοι Γερμανοεβραίοι, αντιναζί, διανοούμενοι, φιλελεύθεροι, σοσιαλιστές και κομ-μουνιστές– γίνεται κυνηγημένο θήραμα: προσπαθεί να σωθεί, να μην καταλήξει στη φυλακή και στα στρατόπεδα συγκέ-ντρωσης. Αναγκάζεται να φύγει παράνομα από τη Γερμανία και να καταφύγει στη Γαλλία· πρόσφυγας, χωρίς χαρτιά, χωρίς ιθαγένεια. Από εκεί –μαζί με τον σύζυγό της Χάινριχ Μπλύ-χερ (επίσης πρόσφυγα, είχαν παντρευτεί στο Παρίσι) και τη μητέρα της– υποχρεώθηκε ξανά να φύγει παράνομα το 1940, μετά τη νίκη της Γερμανίας στον πόλεμο με τη Γαλλία, ώστε

                                                                                                    ση Βασιλική Σουλαδάκη) και η εκτεταμένη μονογραφία της Julia Kristeva: Χάν-να Άρεντ, η Γυναικεία Ευφυΐα (Κέδρος, 2008, μετάφραση Τάσος Μπέτζελος), στην οποία κυριαρχεί η φεμινιστική και ψυχαναλυτική οπτική. Επίσης η εισαγω-γή της Βάνας Νικολαΐδου-Κυριανίδου στο Περί Βίας (Αλεξάνδρεια, 2000).

Πρόσφατα εκδόθηκε η κινούμενη στα όρια της συκοφαντικής δυσφήμισης ανάλυση του Richard Wolin Τα Παιδιά του Χάιντεγκερ (Πανεπιστημιακές Εκ-δόσεις Κρήτης, 2019, μετάφραση Μάνος Βασιλάκης). Ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι η Χάνα Άρεντ ήταν «βαθύτατα ελιτίστικη και αντιδημοκρατική» (σ. 96) γιατί παρέμεινε πάντα προσκολλημένη στον Μάρτιν Χάιντεγκερ –που ήταν για ένα χρόνο καθηγητής της και ταυτόχρονα εραστής της σε ηλικία 18 ετών–, υποστηρίζει ο Wolin, και με ακατανόητη εμμονή φανατικού αποσιωπά, παρα-ποιεί και διαστρεβλώνει κατά βούλησιν κείμενα της Άρεντ για να μας πείσει ότι ήταν σχεδόν ναζίστρια, η μεγάλη θεωρητικός του ολοκληρωτισμού και ένθερμη υποστηρίκτρια της δημοκρατίας των συμβουλίων.

Στην ξένη βιβλιογραφία, έργο αναφοράς για τη ζωή της Άρεντ θεωρείται το βιβλίο της φοιτήτριάς της Elisabeth Young-Bruehl: Hannah Arendt, For Love of the World (Yale University Press, 1982 και 2004). Στα γερμανικά και μεταφρα-σμένο στα γαλλικά: Wolfgang Heuer, Hannah Arendt (Rowohlt, 1987, και Editions Jacqueline Chambon, 2005, αντίστοιχα). Για τα έργα της Άρεντ που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί στα ελληνικά, βλέπε biblionet.gr. 3 Königsberg, πρωτεύουσα τότε της γερμανικής Ανατολικής Πρωσσίας, εκεί γεννήθηκε, έγραψε, δίδαξε ο Ιμανουέλ Καντ. Καλίνινγκραντ (Калининград) σήμερα, πρωτεύουσα της ομώνυμης ρωσικής περιφέρειας εκτός Ρωσίας.

Page 3: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

13

μέσω Ισπανίας και Πορτογαλίας να καταφύγει στις ΗΠΑ, που τους είχαν παραχωρήσει βίζα εισόδου.

Τη διαδρομή Γαλλία-Αμερική δεν είχε μπορέσει λίγους μήνες νωρίτερα να ολοκληρώσει ο φίλος της Βάλτερ Μπένγι-αμιν: αυτοκτόνησε στα ισπανικά σύνορα όταν δεν του επέ-τρεψαν την είσοδο τον Σεπτέμβριο του 1940· νωρίτερα, είχε εμπιστευθεί στη Χάνα Άρεντ τα χειρόγραφα του τελευταίου έργου της ζωής του, Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας,4 με το οποίο απέρριπτε τελικά τον «διαλεκτικό υλισμό».

Η Χάνα Άρεντ έλαβε την αμερικανική ιθαγένεια το 1951 και ως το θάνατό της (1975) έζησε στις ΗΠΑ –ταξιδεύοντας σχεδόν κάθε χρόνο στην Ευρώπη– διδάσκοντας σε διάφορα αμερικανικά πανεπιστήμια, κυρίως στο New School of Social Research της Νέας Υόρκης και συγγράφοντας βιβλία και άρ-θρα (εκτεταμένες μελέτες στην πραγματικότητα) για σημαντι-κά αμερικανικά περιοδικά, όπως ο New Yorker και η New York Review of Books, στα οποία δημοσιεύθηκαν και τα κείμενα του ανά χείρας βιβλίου: στον New Yorker η «Πολιτική Ανυπακοή» (Civil Disobedience, 1970) και στη New York Review of Books τα άλλα τρία: «Τα Ψέματα στην Πολιτική» (Lying in Politics, 1971), «Περί Βίας» (On Violence, 1969) και «Σκέψεις για την Πολιτική και την Επανάσταση» (Thoughts on Politics and Revolution, 1971) – φυσικά, για τη δημοσίευσή τους σε βιβλίο η Άρεντ επεξεργάστηκε ξανά τα αρχικά κείμενα.5

                                                       4 Εκδόσεις «Λέσχη Κατασκόπων του 21ου Αιώνα», 2014. Περιλαμβάνεται και στον τόμο Κείμενα 1934-1940 (εκδόσεις Άγρα, 2019) με τον τίτλο «Για την Έννοια της Ιστορίας» (μετάφραση Γιώργος Φαράκλας - Αριστείδης Μπαλτάς) 5 Τα άρθρα που έγραφε σε μη ακαδημαϊκά αλλά σε έγκριτα γενικής αναγνωσι-μότητας περιοδικά, όπως ο New Yorker και η New York Review of Books, ήσαν κατά κανόνα είτε θεωρητικές παρεμβάσεις για επίκαιρα πολιτικά ζητήματα είτε αναλυτικές επεξεργασίες ειδικών θεμάτων πολιτικής θεωρίας – και στις δύο περιπτώσεις, τα κείμενα στηρίζονταν στα μεγάλα έργα της Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού: Αντισημιτισμός, Ιμπεριαλισμός, Ολοκληρωτισμός (1951) και Η Ανθρώπινη Κατάσταση (1958). Ακόμα και το βιβλίο που την έκανε διάσημη παγκοσμίως (Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ, 1963) είχε δημοσιευθεί σε τρεις συνέ-χειες στο New Yorker σαν ρεπορτάζ για τη δίκη. Ακολούθησε την ίδια χρονιά το

Page 4: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

14

Ο τίτλος που επέλεξε η Άρεντ για τη συλλογή των δοκι-μίων είναι χαρακτηριστικός της εποχής: η Δημοκρατία (με την έννοια του πολιτεύματος, της Republic) αντιμετωπίζει πολλα-πλές κρίσεις ακόμα και στην Αμερική, στη χώρα όπου γεννή-θηκε από τη σχεδόν ιδανική κατά την Άρεντ αλλά «ξεχασμέ-νη» Αμερικανική Επανάσταση, που προέκυψε «όχι από ιστο-ρική αναγκαιότητα ή οργανική ανάπτυξη, αλλά χάρη σε μια εσκεμμένη πράξη: τη θεμελίωση της ελευθερίας».6

Οι κρίσεις είναι πολιτικές (πόλεμος, άρνηση στράτευσης, φοιτητική αναταραχή, ψευδολογίες και χειραγώγηση, έντονος κομματικός ανταγωνισμός), θεσμικές (ισχυροποίηση εκτελε-στικής εξουσίας, παραγκωνισμός Κογκρέσου, υποβάθμιση συνταγματικών δικαιωμάτων), κοινωνικές (φυλετικοί διαχω-ρισμοί, υποβάθμιση πόλεων, εγκληματικότητα). Διατρέχουν οριζόντια και κάθετα το πολιτικό και κοινωνικό σώμα, τις προκαλεί πρωτίστως η συμπεριφορά της εκτελεστικής εξου-σίας, των προέδρων Τζόνσον και Νίξον και της ανώτατης σφαίρας της αμερικανικής διοίκησης που επιμένουν να συνε-χίζουν τον μάταιο πόλεμο του Βιετνάμ, αδιαφορώντας για την κοινή γνώμη και παραμερίζοντας Βουλή και Γερουσία. Κινδύνους δημιουργεί όμως και η «εκ των κάτω» πολιτική δράση – κυρίως τα φοιτητικά κινήματα κατά του πολέμου                                                                                                     Για την Επανάσταση, συγκριτική μελέτη της Αμερικανικής και Γαλλικής επανά-στασης. Τελευταίο magnum opus της Άρεντ ήταν το ανολοκλήρωτο The Life of the Mind (1977) – που το πρώτο μέρος του, το δύσκολο «Thinking», οι διαχει-ριστές της πνευματικής της κληρονομιάς προτίμησαν να το δώσουν να εμφανι-στεί για πρώτη φορά ξανά στο New Yorker και όχι σε ακαδημαϊκό φιλοσοφικό περιοδικό, όπως μάλλον θα έκανε και η ίδια. Το The Life of the Mind θα κυκλο-φορήσει εντός του 2020 μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Επίκε-ντρο. Δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε και παλιότερο έργο της σχετικό με το «εβρα-ϊκό ζήτημα», το Rahel Varnhagen: the Life of a Jewess, βιογραφία της Γερμανοε-βραίας συγγραφέως (1771-1833) και οικοδέσποινας διάσημου φιλολογικού σαλονιού· η συγγραφή του είχε ξεκινήσει στη Γερμανία ως «διατριβή επί υφηγε-σία», ολοκληρώθηκε κατά την εξορία της στο Παρίσι αλλά εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1957, μεταφρασμένο στα αγγλικά. 6 Arendt, Για την Επανάσταση. Μετάφραση Αγγελική Στουπάκη, Αλεξάνδρεια, σ. 293.

Page 5: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

15

και των φυλετικών διακρίσεων που ενίοτε θέτουν ζητήματα υπονομευτικά για την ελευθερία και τη δημοκρατία υιοθετώ-ντας μορφές δράσης βίαιες και απειλητικές για τους θεσμούς – θέτοντας σε κίνδυνο ακόμα και τον θεσμό χωρίς τον οποίο δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν και να ενεργούν οι φοιτητές, το ίδιο το πανεπιστήμιο.

Όλα αυτά τα σκιάζει ο φόβος του πυρηνικού πολέμου, φόβος ξεχασμένος σήμερα αλλά απολύτως έντονος εκείνη την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1960, γιατί κατά την «Κρίση των Πυραύλων της Κούβας» του 1962, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ είχαν φθάσει στα πρόθυρα της χρήσης πυρηνικών όπλων. Η Άρεντ επανέρχεται συνεχώς στο ζήτημα της υπαρξιακής αγωνίας της νέας γενιάς, της γενιάς που α-κούει το «τικ τακ» της ωρολογιακής βόμβας, του πυρηνικού πολέμου που έρχεται. Αυτή η αγωνία, αυτός ο φόβος της MAD (Mutually Assured Destruction), της εξαφάνισης του ανθρώπινου είδους, που δεν τον έχει νοιώσει καμιά προηγού-μενη γενιά είναι ένα από τα στοιχεία, το καθοριστικό ίσως, που εξηγούν τις φοιτητικές πολιτικές κινητοποιήσεις και τον πρωτόγνωρο ηθικό τους χαρακτήρα, κατά την Άρεντ. Αυτό εξηγεί μάλλον και τη δυσπιστία της προς τον συνεχώς ανα-πτυσσόμενο τεχνολογικό πολιτισμό: βλέπει την τεχνολογία να χρησιμοποιείται για την άσκηση καταστροφικής βίας.

Την περίοδο 1969-71 που γράφτηκαν αυτά τα δοκίμια, στην Ελλάδα είχαμε και εμείς μείζονα κρίση των πολιτειακών θεσμών: στρατιωτική δικτατορία. Με την οποία, από όσο γνωρίζω, μόνο en passant, με μια μικρή καταγγελτική φράση σε άρθρο της στη New York Review of Books ασχολήθηκε η Χάνα Άρεντ:7 η ελληνική δικτατορία δεν ανήκε στα πολιτικά φαινόμενα της Αρχαίας Αθήνας, που με τόση εμβρίθεια και αγάπη είχε μελετήσει. Δεν ήταν παρά τυπική περίπτωση αυ-

                                                       7 «He’s All Dwight: Dwight Macdonald’s Politics», New York Review of Books, 11 (2): 31–33 (1η Αυγούστου 1968).

Page 6: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

16

ταρχικού καθεστώτος σε μικρή χώρα της πολιτικής και πολι-τισμικής περιφέρειας, τίποτα το ιδιαίτερο. Αλλά ήταν αμοι-βαία, θα έλεγα, η έλλειψη κατανόησης και εκτίμησης: η Χάνα Άρεντ ήταν σχεδόν άγνωστη εκείνη την εποχή στη χώρα μας, οπωσδήποτε όχι διάσημη. Από όσο ξέρω πάλι, μόνο στις Επο-χές είχε δημοσιευτεί ένα άρθρο της, στο πρώτο τεύχος (1963) του σημαντικού περιοδικού που έκλεισε η δικτατορία.8

Ζούσαμε τα δικά μας ακραία δράματα την περίοδο 1969-71 που γράφτηκαν τα δοκίμια της Χάνα Άρεντ: στρατιωτική και αστυνομική βία, συλλήψεις, βασανιστήρια, εξορίες, λογο-κρισία – αλλά και αντιστασιακές οργανώσεις, προκηρύξεις, παράνομος Τύπος, βόμβες. Για να ακολουθήσουν αμέσως με-τά το φοιτητικό κίνημα, το Πολυτεχνείο, ελληνικό πραξικό-πημα και τουρκική εισβολή στην Κύπρο, Μεταπολίτευση. Τρομερή πολιτειακή και πολιτική κρίση, που δεν ήταν παρά η συνέχεια της μέγιστης κρίσης που μπορεί να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πολιτικό σύστημα, του εμφύλιου πολέμου της δεκαετίας του 1940 – ενώ είχαν προηγηθεί οι κρίσεις του Με-σοπολέμου: κινήματα, δικτατορίες, νόθα δημοψηφίσματα, νόθες εκλογές, πολιτειακές αλλαγές.

Είτε ως Δημοκρατία, είτε ως Βασιλεία ή Δικτατορία, κατά τα 2/3 του εικοστού αιώνα, από το 1909 ως το 1974, η χώρα μας γνώρισε αλλεπάλληλες μεγάλες κρίσεις συνοδευόμενες από κύματα πολιτικής βίας, που ορισμένες φορές σάρωναν τα πάντα – κάτι που απειλήθηκε να συμβεί και στην πρόσφατη (2010-2020) οικονομική και πολιτική κρίση. Ίσως η μελέτη

                                                       8 «Μαρξ, Κίρκεγκωρ και Νίτσε», Εποχές, 1, 1963, σ. 26-38. Πρόκειται ουσιαστι-κά για το άρθρο «Tradition and the Modern Age», που περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Άρεντ Between Past and Future (1961). Με τον ίδιο τίτλο «Marx, Kierkegaard, Nietzsche» είχε δημοσιευθεί το ίδιο άρθρο στο γαλλικό περιοδικό Preuves, (1962, 133, σ. 14-29). Προφανώς, η δημοσίευση είναι προϊόν της βρα-χύχρονης συνεργασίας των δύο περιοδικών στο πλαίσιο του Congress for Cultural Freedom (Μπουρνάζος, Στρ. «Το Περιοδικό ‘Εποχές’ και το Congress for Cultural Freedom», Σύγχρονα Θέματα, 138-139, 2017, σ. 94-101).

Page 7: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

17

των δοκιμίων της Χάνα Άρεντ, ειδικά του «Περί Βίας» και του «Πολιτική Ανυπακοή», να βοηθούν να απαλύνουμε τις μελ-λοντικές κρίσεις, τις αναπόφευκτες σε κάθε πολιτικό σύστημα.

Τα Ψέματα στην Πολιτική

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΧΑΜΕ ΑΚΟΥΣΤΑ τη Χάνα Άρεντ κατά τη δεκαετία του 1960, όλοι όμως ήμασταν ενημερωμένοι για τα θέματα που αποτέλεσαν τις αφορμές των δοκιμίων της. Ας πούμε, στο δοκίμιο αυτής της συλλογής, («Τα Ψέματα στην Πολιτική») η Άρεντ παρουσιάζει, σχολιάζει, αξιολογεί και ερμηνεύει τα «Pentagon Papers», τα «Ντοκουμέντα του Πενταγώνου» όπως μεταφράστηκε ο αμερικανικός τίτλος τους στις ελληνικές εφημερίδες και τα περιοδικά που ασχολή-θηκαν εντατικά μαζί τους – είχαν μάλιστα εκδοθεί και σε βι-βλίο, με παραπλήσιο τίτλο.9 Επρόκειτο για διαρροή προς τον Τύπο (New York Times και Washington Post) πολύτομης επί-σημης έκθεσης που παρουσίαζε το ιστορικό της αμερικανικής επέμβασης στο Βιετνάμ, τους σχεδιασμούς και τους στόχους της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας των ΗΠΑ.

Εκείνη την εποχή ο πόλεμος του Βιετνάμ αποτελούσε κυ-ρίαρχο θέμα στην ειδησεογραφία παγκοσμίως όχι μόνο (ίσως ούτε κυρίως) για όσα διαδραματίζονταν στα πεδία της μάχης αλλά και λόγω του παγκόσμιου κινήματος κατά του πολέμου, κατά της ανάμειξης δηλαδή της Αμερικής στην εμφύλια σύρ-                                                       9 Τα Απόρρητα του Πενταγώνου: Τα επίσημα έγγραφα και η ανάλυσή τους από τους ειδικούς του Πενταγώνου, Αθήνα, Εκδόσεις Διογένης, 1971 – πρόκειται για την επιλογή εγγράφων που την ίδια χρονιά είχαν εκδώσει οι New York Times. H άμεση μετάφραση και έκδοση υλικού που ήταν ουσιαστικά εντελώς αμερικανι-κού ενδιαφέροντος, αναδεικνύει τον γενικευμένο αντιαμερικανισμό της εποχής. Η επιβολή της δικτατορίας χρεωνόταν στην αμερικανική κυβέρνηση και για τούτο ο αντιαμερικανισμός είχε πλέον εξαπλωθεί και πέραν της Αριστεράς. Κάθε τι αρνητικό για την Αμερική, ιδιαίτερα για τους προέδρους της (πλην Κένεντι), ήταν ευπρόσδεκτο.

Page 8: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

18

ραξη μεταξύ Βιετναμέζων: των Βιετκόνγκ που ήσαν οι κομ-μουνιστές αντάρτες και πολεμούσαν κατά της κυβέρνησης της Σαϊγκόν (τη στήριζαν στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά οι ΗΠΑ) του Νοτίου Βιετνάμ, με την υποστήριξη της κυβέρνη-σης του Βορείου Βιετνάμ στο Ανόι, την οποία στήριζαν Κίνα και Σοβιετική Ένωση.

Δηλαδή, ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ως πεδίο αναμέτρησης των δύο παγκόσμιων στρατοπέδων της εποχής, αφορούσε όλο τον κόσμο και όχι μόνο τους εμπόλεμους – αλλά για διαφορε-τικούς λόγους: στις ΗΠΑ το ζήτημα ήταν η άρνηση των νέων, πρωτίστως των φοιτητών, να στρατευθούν και να πολεμή-σουν, με συνέπεια μεγάλες συγκρούσεις με τις δυνάμεις κατα-στολής, που είχαν θύματα και νεκρούς ακόμη. Στην Ευρώπη, το φοιτητικό κίνημα πρωτοστατούσε επίσης σε κινητοποιή-σεις ενάντια στην αμερικανική επέμβαση – αλλά για γενικούς ιδεολογικούς λόγους, για να «υπερασπιστεί την ειρήνη» και να καταγγείλει τον «αμερικανικό ιμπεριαλισμό». Πρωτοστα-τούσαν φυσικά οι νεολαίες των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων.

Η ευρωπαϊκή αντίθεση της νεολαίας στον πόλεμο του Βι-ετνάμ ήταν στην ουσία υποστήριξη του κομμουνιστικού στρα-τοπέδου και των Βιετκόνγκ –αλλά δεν το αντιλαμβανόμασταν έτσι όλοι όσοι, φυσικά, πριν τη δικτατορία, συμμετείχαμε στις διαδηλώσεις που οργάνωναν οι «Λαμπράκηδες» και διέλυε η αστυνομία: κυρίαρχα ήσαν η αντιπολεμική, φιλειρηνική, διά-θεση και η αίσθηση αδικίας, η συμπαράσταση λόγω ταύτισης στον «μικρό λαό» που τον πολεμούσε η μία από τις δύο υπερ-δυνάμεις. Πολύ περισσότερο δεν θεωρούσαμε ότι στηρίζαμε τα κομμουνιστικά καθεστώτα όταν τραγουδούσαμε εμπνευ-σμένα αντιπολεμικά τραγούδια, όπως το «Βιετνάμ γιε-γιε» του Διονύση Σαββόπουλου ή τον «Γέρο Νέγρο Τζιμ» και τον «Στον Πόλεμο ο Τζο» του Μάνου Λοΐζου.

Βεβαίως, το Βιετνάμ δεν ήταν καθόλου μικρό: το 1970 είχε πληθυσμό 45 εκατομμύρια, ήταν μεταξύ της Ισπανίας (45 ε-

Page 9: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

19

κατ.) και της Ιταλίας (55 εκατ.) – και σήμερα έχει 95 εκατομ-μύρια. Το έκανε να φαίνεται μικρό η απόσταση και το μέγεθος του αντιπάλου του, των ΗΠΑ.

Η ευρωπαϊκή νεολαία αντιτασσόταν στον «ιμπεριαλιστικό πόλεμο», το πρόβλημα όμως της Άρεντ –που είχε μελετήσει συστηματικά το ιμπεριαλιστικό φαινόμενο στις Απαρχές του Ολοκληρωτισμού– ήταν ότι ο πόλεμος δεν ήταν ούτε ιμπερια-λιστικός ούτε κατακτητικός. Οι στόχοι άλλαζαν συνεχώς, δεν υπάκουε σε στρατιωτική λογική ή σε σχεδιασμούς που θα ε-ξυπηρετούσαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυπταν από την ανάγνωση των Ντοκου-μέντων του Πενταγώνου από ένα σημείο και μετά επρόκειτο για πόλεμο γοήτρου, που στόχο είχε να αποδείξει την ισχύ των ΗΠΑ και την αποφασιστικότητά τους να στηρίξουν τους συμ-μάχους τους – ακόμα και αν ήσαν τόσο διεφθαρμένοι όσο οι κυβερνήσεις του Νότιου Βιετνάμ. Ήταν πόλεμος «για την κα-τάκτηση των μυαλών των ανθρώπων» εντός και εκτός Αμερι-κής, και όχι για την κατάκτηση εδαφών ή τη δημιουργία στρα-τιωτικών βάσεων. «Η κατασκευή εικόνων ως παγκόσμια πολι-τική –όχι η κατάκτηση του κόσμου αλλά η νίκη στη μάχη για την ‘κατάκτηση του μυαλού των ανθρώπων’– είναι πράγματι κάτι καινούργιο στο πελώριο οπλοστάσιο της ανθρώπινης τρέλας που έχει καταγράψει η ιστορία», διαπιστώνει η Χάνα Άρεντ (σ. 67, παρακάτω).

Επιπλέον, ήταν ακήρυκτος πόλεμος: κατά το σύνταγμα των ΗΠΑ, μόνο το Κογκρέσο (από κοινού Βουλή και Γερου-σία) μπορεί να κηρύξει πόλεμο. Αλλά το 1964 σκηνοθετήθηκε το «επεισόδιο του Κόλπου Τονκίν», ότι δήθεν πολεμικά πλοία του Βόρειου Βιετνάμ επιτέθηκαν σε αμερικανικό πλοίο, οπότε το Κογκρέσο εξουσιοδότησε τον πρόεδρο Τζόνσον να χρησι-μοποιήσει δυνάμεις για να προστατεύσει τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή με στρατιωτικά μέσα. Αυτό οδήγησε στην πλήρη εμπλοκή σε πόλεμο, σε γενικευμένους βομβαρδισμούς και σε συνεχή αποστολή στρατευμάτων με αποφάσεις των

Page 10: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

20

προέδρων Τζόνσον και Νίξον χωρίς να ερωτάται πλέον το Κογκρέσο. Συνολικά 2.700.000 Αμερικανοί στρατιώτες πέρα-σαν από το Βιετνάμ, με το μέγιστο της παρούσας εκεί δύναμης να φθάνει τις 540.000 το 1969. Σκοτώθηκαν 58.000 και τραυ-ματίστηκαν κάπου 300.000 – αυτό ήταν το ανθρώπινο κόστος της κατασκευής εικόνων.

Ως προς τα πολιτικά ψεύδη που συνόδευαν αυτή την κα-ταστροφή, πρέπει να επισημάνουμε ότι η Άρεντ είχε ήδη κα-ταδείξει σε προηγούμενο έργο της ότι το ψεύδος είναι συνυ-φασμένο με την ανθρώπινη κατάσταση, άρα και με την πολι-τική.10 Πηγάζει από πολύτιμο ανθρώπινο χαρακτηριστικό, τη φαντασία, από το γεγονός ότι έχουμε τη δυνατότητα να δούμε τον κόσμο –και να μιλήσουμε για αυτόν– όπως δεν είναι και επομένως να είμαστε δημιουργικοί. Έτσι, «είμαστε ελεύθεροι να αλλάζουμε τον κόσμο και να ξεκινάμε κάτι καινούργιο μέ-σα σε αυτόν»  (σ. 53, παρακάτω). Αλλά και να ψευδόμαστε: είτε συνειδητά αξιοποιώντας τη φαντασία, είτε ασυνείδητα γιατί μας αξιοποιεί εκείνη. Δηλαδή αυταπατώμεθα, φθάνουμε να πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι όπως μας λέει.

Το ψέμα λοιπόν «δεν τρύπωσε στην πολιτική σαν επακό-λουθο της ανθρώπινης αμαρτωλής φύσης. Η ηθική αγανά-κτηση από μόνη της δεν μπορεί να το κάνει να εξαφανιστεί» (σ. 54). Για τούτο «η συνειδητή παραπλάνηση και το ξεκάθα-ρο ψέμα χρησιμοποιούνται ως επιτρεπτά μέσα για πολιτικούς

                                                       10 Στο δοκίμιό της «Truth and Politics» (περιοδικό New Yorker, 1967, περιέχεται στη συλλογή Between Past and Future· στα ελληνικά βρίσκεται στο Ελευθερία, Αλήθεια και Πολιτική, έκδοση «Στάσει Εκπίπτοντες», 2012). Βλέπε και Richard Bernstein, Γιατί Πρέπει να Διαβάζουμε Χάνα Άρεντ, (Εκδόσεις Επίκεντρο, 2019, σ. 81-97). Σε εκείνο το πρώτο δοκίμιο ήθελε, όπως εξηγεί η ίδια, να διασαφηνί-σει την άποψή της για όσα είχαν συμβεί κατά την αντιδικία που ακολούθησε την έκδοση του Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ, όταν είχε κατηγορηθεί για αντισημιτι-σμό. Όχι τόσο επειδή θεωρούσε ότι ο Άιχμαν δεν εκπροσωπούσε το «ριζικό κακό» αλλά ήταν μάλλον γραφειοκράτης χωρίς φαντασία που χωρίς περίσκεψη «έκανε τη δουλειά του» – αλλά επειδή απέδιδε και στις κατά τόπους ηγεσίες των Ευρωπαίων εβραίων ευθύνες για την ευκολία με την οποία επιβλήθηκε η «Τελική Λύση».

Page 11: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

21

σκοπούς από τότε που γράφεται η ιστορία. Η ειλικρίνεια δεν θεωρήθηκε ποτέ πολιτική αρετή, και τα ψεύδη πάντα αντιμε-τωπίζονται ως δικαιολογημένα εργαλεία στις πολιτικές ανα-μετρήσεις» (σ. 52-53).

Από αυτή την άποψη, κατά την Άρεντ, το πολιτικό ψέμα μπορεί να είναι και έντιμο, αξιοπρεπές, στον βαθμό που προ-κύπτει από την επιθυμία να αλλάξει ο κόσμος, να έρθει στα μέτρα της φαντασίας και των ιδεών του πολιτικού και των πολιτών που συμφωνούν μαζί του. Αλλά οι καλές προθέσεις δεν αρκούν, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη είτε τα ψέματα των πολιτικών είναι συνειδητά είτε προέρχονται από αυταπά-τες των ιδίων – μόνο η τρομοκρατία των ολοκληρωτικών κα-θεστώτων μπορεί να μετατρέπει το ψεύδος σε αλήθεια, όπως μας έχει πει και ο Όργουελ, για μεγάλα χρονικά διαστήματα· πάντως όχι αιωνίως, όπως απέδειξε η τελική ήττα τους κατά τον 20ό αιώνα.

Οπωσδήποτε, είμαστε απροστάτευτοι απέναντι στο συμ-βατικό ψεύδος, στο ψεύδος που αναφέρεται σε γεγονότα, διότι είναι ενδεχομενικά, θα μπορούσαν να έχουν εκτυλιχθεί και αλλιώς, θα μπορούσε ο τοίχος απέναντι να είναι πράσινος και όχι λευκός, τίποτα δεν το απαγορεύει – κάτι που δεν συμβαί-νει με την έλλογη, την αναγκαία φιλοσοφική και επιστημονική αλήθεια, του τύπου 2 + 2 = 4. Αλλά αυτό που είναι αναντίρρη-το, η έλλογη αλήθεια των φιλοσόφων και των επιστημόνων, είναι εκτός πολιτικής, δεν μπορεί να είναι στοιχείο της: πολι-τική κατά την Άρεντ είναι το δημόσιο πεδίο αντιπαράθεσης απόψεων, των γνωμών των πολιτών, από αυτή προκύπτει η ελευθερία και η Δημοκρατία – πολιτική δεν μπορεί να είναι η αποδοχή κάποιων φιλοσοφικών ή επιστημονικών αληθειών, όπως θα ήθελε ο Πλάτων ή οι ολοκληρωτικοί δικτάτορες. Το γλίστρημα όμως από τη «γνώμη» στο «γεγονός» είναι εύκολο, μπορεί ο καθένας να ισχυριστεί ότι αυτό που του παρουσιάζε-ται ως γεγονός είναι απλώς μία ακόμη άποψη – άρα η πολιτι-κή διαμάχη απαιτεί σαφή οριοθέτηση ανάμεσα στο γεγονός

Page 12: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

22

και στη γνώμη: «η ελευθερία γνώμης είναι φάρσα αν δεν δια-σφαλίζεται η πληροφόρηση για τα γεγονότα και αν τα ίδια τα γεγονότα δεν είναι μη αμφισβητήσιμα».11

Κατά την Άρεντ, στη περίπτωση του πολέμου του Βιετνάμ τα ψεύδη της αμερικανικής κυβέρνησης είναι απολύτως κατα-στροφικά: από τη μια υπάρχουν οι αλαζόνες τεχνοκράτες, καθηγητές πανεπιστημίων και μέλη δεξαμενών σκέψης, που συμπεριφέρονται σαν «λύτες προβλημάτων», σαν να είναι η εξωτερική πολιτική υπόθεση υπολογισμών με βάση τις τεχνι-κές της θεωρίας παιγνίων και της συστημικής ανάλυσης. Ήσαν άνθρωποι ιδιαίτερης ευφυΐας που προσπαθούσαν με τη χρήση «ψευδο-μαθηματικής γλώσσας» να ανακαλύψουν «νόμους με τους οποίους να εξηγήσουν και να προβλέψουν πολιτικά και ιστορικά γεγονότα» – και του ίδιου του πολέμου, φυσικά. Από την άλλη υπάρχουν οι άνθρωποι των δημοσίων σχέσεων, αυ-τοί που θεωρούν ότι «η μισή πολιτική είναι η ‘κατασκευή εικό-νας’ και η άλλη μισή η τέχνη να κάνεις τον κόσμο να πιστεύει τις εικόνες» (σ. 57). Αυτοί κατασκευάζουν συνειδητά ψεύδη για να αποκρύψουν την ασύμφορη αλήθεια και προσπαθούν να τα επιβάλλουν μέσω μεθόδων που χρησιμοποιούν οι δια-φημιστές της Madison Avenue. Αυτό που φοβούνται δεν είναι η ήττα αλλά το να αναγκαστούν να παραδεχθούν την ήττα, γιατί σε αυτή την περίπτωση ο πρόεδρος θα ήταν «ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που ηττάται σε πόλεμο» – και πώς θα παρουσιαστεί στις εκλογές;

Επιστήμονες, φορείς λήψης αποφάσεων, δημοσιοσχεσίτες αυταπατώνται και αρνούνται να αντιμετωπίσουν την πραγμα-τικότητα, είναι «αυταπατώμενοι απατεώνες». Ζουν σε κόσμο όπου τα γεγονότα δεν έχουν σημασία, διότι είναι βέβαιοι για την ισχύ τους, το ταλέντο τους, την ευφυΐα τους, την ικανότη-τά τους να πείθουν τις μάζες ότι ό,τι τους λένε αυτοί είναι η αλήθεια. Και φθάνουν έτσι να μην καταλαβαίνουν ότι ψεύδο-                                                       11 Στο Ελευθερία, Αλήθεια και Πολιτική, σ. 74.

Page 13: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

23

νται, γίνονται θύματα των ψευδών τους, παίρνουν τις επιθυμί-ες τους για πραγματικότητα.

Ήτοι: οι «άνθρωποι του Πενταγώνου», οι αξιωματικοί, θα ήθελαν να κερδίσουν τον πόλεμο· αλλά αφού δεν μπορούσαν, έκαναν ό,τι μπορούσαν να φαίνεται ότι τον κερδίζουν για να παίρνουν προαγωγές. Οι «άνθρωποι του προέδρου» δεν ενδι-αφέρονταν να κερδίσουν τον πόλεμο αλλά τις επόμενες εκλο-γές. Αυτή, μου φαίνεται, είναι συνοπτικά η κυνική αλήθεια που μας αποκαλύπτει η Χάνα Άρεντ με αφορμή τα ψεύδη των Ντοκουμέντων του Πενταγώνου.

Μπορεί η αμερικανική πολιτική να ήταν τέτοια που ήταν αλλά από την άλλη, επιμένει δικαίως η Άρεντ, η διαρροή των Ντοκουμέντων αποδείκνυε την ανωτερότητα της αμερικανι-κής Δημοκρατίας απέναντι στην κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση: μέσω του Τύπου μπορούσε να γίνει γνωστή στο ευρύ-τερο κοινό η πολιτική των κυβερνήσεων στο Βιετνάμ και επέ-τρεπε στα κόμματα και στους πολίτες να την κρίνουν, κάτι αδιανόητο στην ΕΣΣΔ – που το 1968 είχε εισβάλει στην Τσε-χοσλοβακία για να καταπνίξει την Άνοιξη της Πράγας. Εκεί, επικράτησε εύκολα, αλλά δέκα χρόνια αργότερα, η Ρωσία θα ζούσε το δικό της Βιετνάμ στο Αφγανιστάν.

Όπως προέβλεπε η Άρεντ και πολλοί άλλοι, οι ΗΠΑ έχα-σαν τον πόλεμο στο Βιετνάμ, αποχώρησαν ταπεινωμένες τον Απρίλιο του 1975, ένα μήνα μετά τον θάνατό της. Αυτό που δεν είχε προβλέψει κανείς –γιατί οι γνώσεις για τη περιοχή ήσαν στην πραγματικότητα ελάχιστες, όπως επισημαίνει και η Άρεντ– ήταν ότι α) λίγο μετά το «μικρό Βιετνάμ» εισέβαλε στη γειτονική Καμπότζη, την οποία νίκησε και την μετέτρεψε σε προτεκτοράτο του· β) εμφανίστηκε το φαινόμενο των boat people, απελπισμένων Βιετναμέζων που δραπέτευαν με κάθε είδους πλωτό μέσο από τον σοσιαλιστικό παράδεισο των νι-κητών· γ) ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Βιετνάμ-Κίνας· δ) η ΕΣΣΔ εισέβαλε στο Αφγανιστάν. Όλα αυτά έγιναν μεταξύ 1975-78, δεν τα πρόλαβε η Χάνα Άρεντ.

Page 14: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

24

Για τους πολέμους αυτούς, ούτε προικισμένοι καλλιτέχνες έγραψαν τραγούδια, ούτε οι Ευρωπαίοι φοιτητές βγήκαν στους δρόμους: δεν είχε νόημα, κατάλαβαν πως και αυταπα-τώνταν και τους εξαπατούσαν σχετικά με το τι συνέβαινε στο Βιετνάμ – και γενικότερα, τι συμβαίνει στους πολέμους. Ήμα-σταν, ας πούμε, «χρήσιμοι ηλίθιοι» που υπηρετούσαν κατα-κτητικά και εξουσιαστικά σχέδια – της ρωσικής, βιετναμικής, κινεζικής ηγεσίας. Ούτε οι Αμερικανοί φοιτητές έκαψαν ποτέ ξανά τα έγγραφα της στρατολογίας τους και τις σημαίες της πατρίδας τους: οι κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ και στη στράτευσή τους οδήγησαν στην κατάργηση της υποχρεωτικής θητείας το 1973.

Στους πολέμους των ΗΠΑ, μετέχουν πλέον μόνο επαγ-γελματίες στρατιώτες και αξιωματικοί, που θα πει πως οι πό-λεμοι είναι ουσιαστικά εκτός πεδίου δημοκρατικής πολιτικής, εκτός κομματικού ανταγωνισμού, αφού τα θύματα δεν επη-ρεάζουν τις εκλογές, όπως συνέβαινε κατά την εποχή της υ-ποχρεωτικής στράτευσης, όταν σε πόλεις και χωριά θρηνού-σαν πάνω από τα φέρετρα των νεκρών παιδιών τους, όταν οι νέοι πολίτες-ψηφοφόροι-κληρωτοί δεν ήθελαν να πάνε να πολεμήσουν στο μακρινό Βιετνάμ γιατί δεν πείθονταν ότι αυ-τό ήταν «πατριωτικό καθήκον». Άλλωστε, μία από τις βασικές προεκλογικές υποσχέσεις του Ρίτσαρντ Νίξον, που εξελέγη πρόεδρος το 1968, ήταν η κατάργηση της στρατιωτικής θη-τείας. Οι σημερινοί Αμερικανοί στρατιώτες έχουν επαγγελμα-τικό καθήκον να πολεμήσουν όπου τους στείλουν, ο θάνατος είναι ένας από τους κινδύνους του επαγγέλματος. Και οι ση-μερινοί πρόεδροι δεν έχουν λόγο να λένε τόσα πολλά ψέματα, όπως την εποχή του Βιετναμ, γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι να λένε δημοσίως πολλά πράγματα για τους πολέμους τους. Το θέμα δεν ενδιαφέρει το κοινό όσο τότε.

Μου φαίνεται πως το ότι βρέθηκαν οι πόλεμοι εκτός του πεδίου της εφαρμοσμένης δημοκρατικής –δηλαδή εκλογικής– πολιτικής, αυτός είναι ο λόγος που τις τελευταίες δεκαετίες οι

Page 15: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

25

ΗΠΑ εμπλέκονται τόσο εύκολα σε μικρότερες ή μεγαλύτερες πολεμικές αναμετρήσεις και το Κογκρέσο όλο και λιγότερο προσπαθεί να ελέγξει τις στρατιωτικές δραστηριότητες των προέδρων – οι οποίοι συνεχώς αποκτούν μεγαλύτερες τέτοιες δικαιοδοσίες.

Να συμπεράνουμε λοιπόν πως αυτό που είναι καλό για τους νέους της Αμερικής –η μη στράτευση, που κερδήθηκε με την εναντίωση στον Πόλεμο του Βιετνάμ– είναι κακό για πο-λύ περισσότερους νέους, αυτούς που οι χώρες τους εμπλέκο-νται σε πολέμους με την Αμερική; Δεν είναι καθόλου σίγουρο συμπέρασμα, αν θυμηθούμε ότι μετά την ήττα και αποχώρηση των Αμερικανών από το Βιετνάμ ξέσπασαν νέοι πόλεμοι, το-πικοί πλέον.

Πολιτική Ανυπακοή

ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ «Πολιτική Ανυπακοή» συνδέεται απολύτως με όσα αναφέραμε προηγουμένως γιατί αυτή ήταν το βασικό μέσο που χρησιμοποίησαν οι στρατεύσιμοι στις ΗΠΑ για να εναντιωθούν στον πόλεμο του Βιετνάμ. Δεν ήταν πάντως δική τους αυθόρμητη επινόηση: η μη βίαιη πολιτική ανυπακοή είχε χρησιμοποιηθεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 από το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, που αντλούσε την πολιτική του έ-μπνευση από τις μεθόδους του Μαχάτμα Γκάντι στις Βρετανι-κές Ινδίες ενάντια στη βρετανική κατοχή. Αλλά ο όρος «Πολι-τική Ανυπακοή» είναι αμερικανικός: καθιερώθηκε από το ο-μώνυμο βιβλίο του Θόρω (Henry-David Thoreau, On the Duty of Civil Disobedience, 1849) ο οποίος είχε αρνηθεί να πληρώσει φόρο γιατί το αμερικανικό κράτος ανεχόταν τη δουλεία και επιπλέον είχε κηρύξει πόλεμο στο Μεξικό. H επιχειρηματολο-γία για την προσφυγή στην πολιτική ανυπακοή oφείλεται στον Θόρω, στο ομώνυμο έργο του, όπως εξηγεί η Χάνα Άρεντ –

Page 16: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

26

και αν πρέπει να αναζητήσουμε τις ρίζες του φαινομένου, μάλ-λον θα τις βρούμε στην Αντιγόνη: «η ανυπακοή της στο διά-ταγμα του Κρέοντα γίνεται στο όνομα μιας έννομης τάξης α-νώτερης από την τρέχουσα ευμετάβλητη, άστοχη και, μερικές φορές άδικη, νομοθεσία των κατεστημένων αρχών».12

Σύμφωνα με την τυπολογία που προτείνει ο William Scheuerman στο Civil Disobedience (Polity Press, 2018) υπάρ-χουν τέσσερις προσεγγίσεις της πολιτικής ανυπακοής: θρη-σκευτική, φιλελεύθερη, δημοκρατική και αναρχική. Τη θρη-σκευτική αντιπροσωπεύουν οι πρακτικές του Γκάντι και του Λούθερ Κινγκ, τα θεμέλια της φιλελεύθερης προσέγγισης έχει διαμορφώσει ο Τζων Ρωλς στη Θεωρία της Δικαιοσύνης, της δημοκρατικής η Χάνα Άρεντ στο έργο της για το οποίο συζη-τάμε, και η θεμελίωση της αναρχικής γίνεται στο έργο του Προυντόν. Οι τρεις πρώτες σχολές (και ορισμένες τάσεις της τέταρτης) θεωρούν ότι η παραβατικότητα που εκφράζεται μέσω της πολιτικής ανυπακοής εκφράζει στην πραγματικότη-τα βαθύτερο σεβασμό προς τη νομιμότητα και αποδέχονται ως θεμελιώδη χαρακτηριστικά κάθε πράξης που θέλει να ονο-μαστεί «πολιτική ανυπακοή» τέσσερα χαρακτηριστικά: πολι-τικότητα (civility), συνειδητότητα, μη βία και δημοσιότητα.

Βεβαίως, το κρισιμότερο στοιχείο στο οποίο επιμένουν οι τρεις πρώτες προσεγγίσεις είναι ότι η πολιτική ανυπακοή δεν μπορεί να είναι βίαιη – και αυτό είναι που τις διαχωρίζει από τις «αγωνιστικές», θα λέγαμε, πρακτικές τόσο των αριστερών επαναστατών που θέλουν να αλλάξουν το πολιτικό σύστημα όσο και των συνδικαλιστών (ή άλλων ομάδων συμφερόντων) που θα παρανομήσουν παρεμπιπτόντως, (π.χ., επιτιθέμενοι σε απεργοσπάστες) για να μεγιστοποιήσουν την πίεση προς την εργοδοσία. Ο μη βίαιος χαρακτήρας διαχωρίζει την πολιτική

                                                       12 Ξενοφών Γιαταγάνας, Δικαίωμα Αντίστασης και Πολιτική Ανυπακοή: Νομιμο-ποίηση κατά Νομιμότητας (Εκδόσεις Κριτική, 2010, σ. 56).

Page 17: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

27

ανυπακοή από άλλες ομαδικές πολιτικές ενέργειες που στο-χεύουν σε αλλαγές.

Από την πλευρά της η Άρεντ επιμένει καταρχήν ότι η πο-λιτική ανυπακοή είναι ομαδικό φαινόμενο, δεν είναι ατομικό θέμα κάποιου «αντιρρησία συνείδησης», –όπως οι περιπτώ-σεις του Θόρω ή της Αντιγόνης– του οποίου οι βασικές αρχές, συνήθως θρησκευτικές ή φιλοσοφικές, δεν του επιτρέπουν να εφαρμόσει κάποιους νόμους. Ο πολιτικός ανυπάκουος «ποτέ δεν υφίσταται ως μεμονωμένο άτομο: μπορεί να λειτουργήσει και να επιβιώσει μόνο σαν μέλος ομάδας» (σ. 107). Ούτε απο-δέχεται ότι η «ανυπακοή στον νόμο δικαιώνεται μόνο όταν ο παραβάτης δέχεται ή και επιδιώκει να τιμωρηθεί για την πρά-ξη του» (σ. 103-104), όπως απαιτεί η φιλελεύθερη προσέγγιση. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ανυπάκουοι περνούν στην παρανο-μία και δρουν ως κακοποιοί ή ανατρεπτικοί συνωμότες για να μην υποστούν τις συνέπειες των πράξεών τους: οι πολιτικοί ανυπάκουοι δρουν δημόσια για να προκαλέσουν την προσοχή στα αιτήματά τους. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη διαφορά στον κόσμο από αυτή μεταξύ του κακοποιού [και του πολιτικού συνωμότη ή του «κουκουλοφόρου», θα πρόσθετα εγώ] που προσπαθεί να μην τον δει κανένα μάτι και του πολιτικού ανυ-πάκουου που παίρνει τον νόμο στα χέρια του προκαλώντας ανοιχτά τις αρχές» (σ. 128).

Η αντιμετώπιση από τις κυβερνήσεις και το κράτος του πολιτικού ανυπάκουου σαν απλού ποινικού παραβάτη α-πορρίπτεται από όλους τους υποστηρικτές της πολιτικής ανυπακοής. Οι κυβερνήσεις –και ιδιαίτερα η αμερικανική εκείνη την εποχή που η ανυπακοή αμφισβητούσε την κρίσι-μη επιλογή του πολέμου στο Βιετνάμ– «ποινικοποιώντας» την πολιτική ανυπακοή θέλουν να αποφύγουν να συζητή-σουν την ουσία του θέματος που αναδεικνύει, του ότι εκδη-λώνεται όταν «σημαντικός αριθμός πολιτών έχει πειστεί είτε ότι οι συνήθεις δίαυλοι αλλαγών δεν λειτουργούν πλέον και επομένως δεν θα εισακουσθούν και δεν θα αντιμετωπιστούν

Page 18: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

28

τα παράπονά τους, είτε ότι, αντιθέτως, το κράτος αλλάζει, έχει υιοθετήσει και εφαρμόζει τρόπους δράσης που για τη νομιμότητά τους και τη συνταγματικότητά τους υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες» (σ. 127).

Η Χάνα Άρεντ συνδέει και εδώ το θέμα που διαπραγμα-τεύεται με τις γενικότερες θεωρητικές της απόψεις. Θεωρεί δηλαδή ότι η πολιτική ανυπακοή είναι συστατικό στοιχείο του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ, ότι «είναι πρωτίστως αμερι-κανική ως προς την προέλευσή της και την ουσία της» (σ. 137), γιατί η Αμερική θεμελιώθηκε σε αρχές εντελώς διαφορε-τικές από τα ευρωπαϊκά κράτη – και επανέρχεται έτσι στο αγαπημένο της θέμα της ιδιαιτερότητας της Αμερικανικής Επανάστασης σε σχέση με τις ευρωπαϊκές. Διότι το πνεύμα με το οποίο γίνεται κατανοητή η συναίνεση στο αμερικανικό «κοινωνικό συμβόλαιο» δεν είναι αυτό της παθητικής συγκα-τάθεσης στους νόμους αλλά «της ενεργού υποστήριξης και της συνεχούς συμμετοχής σε όλα τα θέματα δημόσιου ενδια-φέροντος» (σ. 139) – πρόκειται για «οριζόντια εκδοχή» του κοινωνικού συμβολαίου, που τελικά εκφράζεται με την τάση των Αμερικανών να οργανώνονται, να ιδρύουν σωματεία για κάθε τι που θέλουν να επιτύχουν, όπως ήδη είχε παρατηρήσει ο Τοκβίλ: αμέσως μόλις οι κάτοικοι των ΗΠΑ συλλάβουν μια ιδέα που θέλουν να την διαδώσουν ή εντοπίζουν κάτι που πρέπει να διορθώσουν, αμέσως «αναζητούνται μεταξύ τους και, όταν βρίσκονται, ενώνονται. Έκτοτε, δεν είναι πια μεμο-νωμένα άτομα αλλά μια δύναμη που τη βλέπεις από μακριά». Επομένως, συμπεραίνει η Άρεντ, οι ομάδες που επιδίδονται στην πολιτική ανυπακοή δεν είναι παρά «η πρόσφατη μορφή του εθελοντικού σωματείου» (σ. 151). Και καταλήγει στο συ-μπέρασμα ότι η πολιτική ανυπακοή μπορεί να μην είναι σύμ-φωνη με το γράμμα του συντάγματος, αλλά είναι σύμφωνη με το πνεύμα του και επομένως θα μπορούσαν να δοθούν στις ομάδες πολιτικής ανυπακοής ίδια δικαιώματα με αυτά που δίνονται στις ομάδες πίεσης και να έχουν δικαίωμα να κάνουν

Page 19: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

29

λόμπι στο Κογκρέσο όπως ακριβώς και αυτές «χρησιμοποιώ-ντας την πειθώ, τεκμηριωμένα επιχειρήματα και τον αριθμό των μελών τους» (σ. 156).

Είναι συζητήσιμο βέβαια κατά πόσο ο εθελοντισμός, τα σωματεία και η πολιτική ανυπακοή συνιστούν «ιδιοπροσω-πεία» των Ηνωμένων Πολιτειών και κατά πόσο η τελευταία είναι δυνατόν να ενταχθεί στο νομικό σύστημα, να νομιμοποι-ηθεί δηλαδή η ανυπακοή προς τους νόμους.13 Είναι μάλλον σίγουρο όμως ότι όλα αυτά δεν έχουν σταδιοδρομήσει στη χώρα μας – ιδιαίτερα οι ειρηνικές μορφές διαμαρτυρίας θεω-ρούνται γελοίες, αντίθετες προς την «αγωνιστικότητα» με την οποία πρέπει να διεκδικείται κάθε τι. Και η άσκηση βίας από ομάδες ή στο πλαίσιο διαδηλώσεων θεωρείται περίπου αυτο-νόητη, όπως αυτονόητες οι καταλήψεις πανεπιστημίων και δημόσιων κτιρίων. Το αποτέλεσμα ήταν όλα όσα ζήσαμε στην περίοδο της κρίσης: υλικές καταστροφές τεράστιας έκτασης, άσκηση σωματικής βίας στους αντίπαλους, συνεχείς συγκρού-σεις με την αστυνομία, ανθρώπινα θύματα από ακροαριστερές ή ακροδεξιές ομάδες, «φαιοκόκκινα» φαινόμενα βίας, τρομε-ρή ενίσχυση της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής.14 Η βία αποτε-λούσε την κανονικότητα εκείνης της εποχής και δυστυχώς δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι τα φαινόμενα αυτά θα εκλείψουν σύντομα.

Περί Βίας

Σημαντικότερο και διασημότερο από τα κείμενα αυτού του τόμου είναι το Περί Βίας, στο οποίο η Χάνα Άρεντ επανέρχε-                                                       13 Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει, υποστηρίζει ο Ξενοφών Γιαταγάνας (Πολιτική Ανυπακοή, σ. 430), θα μπορούσε όμως να ενσωματωθεί «στη νομοθετική διαδι-κασία, στη διαδικασία επεξεργασίας και υιοθέτησης των κανόνων που ορίζουν τον κοινωνικό βίο». 14 Για τα φαινόμενα αυτά, βλέπε: Πέτρος Παπασαραντόπουλος, Εξτρεμισμός και Πολιτική Βία στην Ελλάδα, Εκδόσεις Επίκεντρο, 2014.

Page 20: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

30

ται και εμβαθύνει στο θέμα των σχέσεων εξουσίας και βίας που είχε θέσει στην Ανθρώπινη Κατάσταση,15 αφενός για να διαπιστώσει τη γενική ποσοτική αύξηση και ποιοτική διαφο-ροποίηση της πολιτικής βίας στις ημέρες της και αφετέρου για να υποστηρίξει ξανά τη μοναχική θέση της ότι εξουσία δεν είναι η διαχείριση της βίας αλλά το ακριβώς αντίθετό της: η βία εμφανίζεται όταν η πολιτική ισχύς, η εξουσία, καταρρέει. Από τα κείμενα που εμφανίζονται εδώ είναι το μεγαλύτερο σε έκταση, το πλέον επιμελημένο ως προς την τεκμηρίωση –με Παραρτήματα που διαφωτίζουν τη σκέψη της και στηρίζουν την επιχειρηματολογία της– και είναι αυτό που έχει προκαλέ-σει τις περισσότερες και εντονότερες συζητήσεις, πολιτικές και ακαδημαϊκές. Για τούτο, το συγκεκριμένο δοκίμιο θα εκ-δοθεί και ως χωριστό βιβλίο από τις Εκδόσεις Επίκεντρο, ό-πως έχει γίνει και στην Αμερική και σε άλλες χώρες.

Η Χάνα Άρεντ εξηγεί ότι επανέρχεται στο ζήτημα των σχέσεων εξουσίας-βίας για δύο λόγους: πρώτον, τα πυρηνικά όπλα έχουν αλλάξει και τη σημασία του πολέμου ως «ύστατου κριτή» των διεθνών σχέσεων και τους όρους διεξαγωγής του: επειδή η βία ορίζεται από τη σχέση μέσου-σκοπού, η ισχύς των πυρηνικών όπλων ακυρώνει την επίτευξη του σκοπού εξουδετέρωσης του αντιπάλου αφού συνεπάγεται την αμοι-βαία καταστροφή των εμπολέμων, άρα η άσκηση βίας από τις πυρηνικές δυνάμεις ως μέσου εξωτερικής πολιτικής πρέπει να επανεξεταστεί υπό το φως της νέας κατάστασης (σ. 161-164, παρακάτω).

                                                       15 Στο Κεφάλαιο «Power and the Space of Appearance» της αγγλικής έκδοσης του The Human Condition. Στην ελληνική έκδοση (Ανθρώπινη Κατάσταση, Εκδόσεις Γνώση, 1986, μετάφραση Στέφανος Ροζάνης, Γεράσιμος Λυκιαρδό-πουλος) έχει γίνει η ατυχής επιλογή η λέξη power να μεταφράζεται παντού ως «δύναμη» και το σχετικό κεφάλαιο ονομάζεται «Η δύναμη και ο χώρος της δημόσιας εμφάνισης» (σ. 272-282). Σχετικά βλέπε παρακάτω, στο δοκίμιο Περί Βίας, σ. 200 την πρόσθετη υποσημείωση που βρίσκεται μεταξύ των υποσημειώ-σεων 65-66 της Άρεντ.

Page 21: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

31

Δεύτερον, μπορεί η αποτελεσματικότητα του πολέμου να είναι υπό αίρεσιν για τις εξωτερικές σχέσεις των κρατών, όμως η χρήση βίας έχει γίνει πιο ελκυστική σε ό,τι αφορά τις εσωτε-ρικές υποθέσεις τους, ιδιαίτερα για αυτούς που επαγγέλλονται επαναστάσεις: η Νέα Αριστερά έχει πλήρως αποδεχθεί την «απολύτως μη μαρξική» άποψη του Μάο Τσε Τουνγκ ότι «η εξουσία βρίσκεται στην κάννη του τουφεκιού» (σ. 170).

Η επαναστατική βία

Η Άρεντ ασχολείται με το θέμα της επαναστατικής (νεανικής κυρίως) βίας επειδή έχουν προηγηθεί σημαντικά βιβλία που εξαγνίζουν και εξυψώνουν τη βία, κυρίως από πολιτικούς ή στρατιωτικούς ηγέτες και διανοούμενους χωρών του Τρίτου Κόσμου που υμνούν την ένοπλη δράση ως το μόνο μέσο στη διάθεση των καταπιεσμένων και εκμεταλλευομένων πληθυ-σμών των αποικιακών χωρών για να πετύχουν την απελευθέ-ρωσή τους – πρωτίστως το βιβλίο Της Γης οι Κολασμένοι (Franz Fanon, Les Damnés de la Terre) του Γάλλου ψυχίατρου –με καταγωγή από τη Μαρτινίκα– Φραντς Φανόν που το συνοδεύει κυριολεκτικά αιμοδιψής πρόλογος του Ζαν Πωλ Σαρτρ. Αλλά δεν είναι μόνο τα βιβλία: από το φοιτητικό κίνη-μα έχουν προκύψει ένοπλες ομάδες όπως οι Weathermen και το Black Panther Party στην Αμερική. Στην Ευρώπη, οι Μάο, Κάστρο, Τσε Γκεβάρα, Χο Τσι Μινχ γίνονται πολιτικά πρότυ-πα, μικρές και μεγαλύτερες ομάδες της Αριστεράς συγκρούο-νται για το αν πρέπει να ιδρυθεί πρώτα το επαναστατικό ΚΚ που θα οργανώσει τον ένοπλο αγώνα (μαοϊκοί) ή πρέπει πρώ-τα να ξεκινήσει ο ένοπλος αγώνας, με τη μορφή του αντάρτι-κου από μικρές ομάδες, και πάνω στη διαδικασία αυτή να συ-γκροτηθεί το επαναστατικό κόμμα (θεωρία «φόκο», γκεβαρι-κή-καστρική). Οι Τουπαμάρος στην Ουρουγουάη έχουν ξεκι-νήσει νέα μορφή ένοπλης πάλης (το αντάρτικο πόλης), οι Πα-λαιστίνιοι προτιμούν τις αεροπειρατείες και μεταφέρουν τον

Page 22: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

32

ένοπλο αγώνα τους κατά του Ισραήλ στην Ευρώπη. Και σε ορισμένες χώρες, στην Ιταλία πρωτίστως, μέσα στη γενική αναταραχή που έχει δημιουργήσει το φοιτητικό κίνημα και οι αριστερές ομάδες, εμφανίζονται νεοφασιστικές δυνάμεις που θα ασκούν τυφλή τρομοκρατία, τοποθετώντας ισχυρές βόμβες σε πολυσύχναστα μέρη με δεκάδες νεκρούς για να προωθή-σουν αυταρχικές, αντιδημοκρατικές πολιτικές λύσεις.

Κάπως έτσι είναι τα πράγματα κατά τη δεκαετία του 1960 στην Ευρώπη – και αμέσως μετά τις μεγάλες κινητοποιήσεις «του Μάη» στη Γαλλία, του «έρποντος Μάη» στην Ιταλία, του «Θερμού Φθινοπώρου» στη Γερμανία, κτλ, κατά τη δεκαετία του 1970 αρχίζει το μεγάλο δράμα, τα «μολυβένια χρόνια» της τρομοκρατίας στην Ιταλία και στη Γερμανία με δεκάδες θύμα-τα. Πρωταγωνιστούν o γερμανικός «Κόκκινος Στρατός» και οι Ιταλικές «Έρυθρές Ταξιαρχίες» – και λίγο αργότερα στην Ελ-λάδα η «17Ν». Σε αυτά τα ένοπλα πολιτικά επαναστατικά κι-νήματα θα πρέπει να προσθέσουμε και τα ισχυρά ένοπλα εθνι-κοαπελευθερωτικά, τον ιρλανδικό IRA και τον ETA των Βά-σκων, αλλά και μικρότερες, λιγότερο φονικές, εθνικοαπελευ-θερωτικές ή επαναστατικές ομάδες σε όλες σχεδόν τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, και στην Ελλάδα, φυσικά.16

Αναζητώντας τις αιτίες της ριζοσπαστικοποίησης της νεο-λαίας, και διαπιστώνοντας ότι οι θεωρίες που έχουν προταθεί είναι μερικές, διαφέρουν κατά χώρα, ενώ το φαινόμενο είναι παγκόσμιο, άρα υπάρχει κοινή αιτία, η Χάνα Άρεντ αναδει-κνύει ξανά τον σημαντικό ρόλο της τεχνολογίας, που ολοένα και περισσότερο εξυπηρετεί τη βία, τον πόλεμο, φαινόμενο που είναι κοινό σε όλες τις χώρες: «οι επιστήμες που διδάχθη-κε και έμαθε αυτή η γενιά δεν εμφανίζονται μόνο ανίκανες να αποτρέψουν τις καταστροφικές συνέπειες της τεχνολογίας

                                                       16 Για συνοπτική περιγραφή της ένοπλης-τρομοκρατικής περιόδου 1970-2000 στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, βλέπε, Δημήτρης Ψυχογιός, Η Πολιτική Βία στην Ελληνική Κοινωνία (Εκδόσεις Επίκεντρο, 2013, σ. 22-42).

Page 23: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

33

που οι ίδιες δημιουργούν, αλλά έχουν φθάσει σε στάδιο ανά-πτυξης όπου το παραμικρό πράγμα που φτιάχνεις, μπορεί να γίνει καταραμένο εργαλείο πολέμου» (σ. 175-176).

Πάνω σε αυτό το υπόβαθρο ακούγονται «ανεύθυνα μεγά-λα λόγια», φράσεις όπως αυτή του Ζαν Πωλ Σαρτρ: «Η βία μπορεί, σαν την λόγχη του Αχιλλέα, να θεραπεύει τα τραύμα-τα που προκαλεί» (σ. 179) ή ότι «η ασυγκράτητη βία … είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που αναδημιουργείται» (σ. 171). Και, επειδή όλες οι αναφορές των νέων επαναστατών είναι σε κινήματα και ηγέτες του τρίτου κόσμου, δικαίως διαπιστώνει ότι η πα-ράφραση του μαρξικού «προλετάριοι όλου του κόσμου ενω-θείτε» στο σαρτρικό «ιθαγενείς όλων των υπανάπτυκτων χω-ρών, ενωθείτε!» αποτελεί «επανάληψη των χειρότερων ψευ-δαισθήσεων». Διότι «ο Τρίτος Κόσμος δεν είναι πραγματικό-τητα αλλά ιδεολογία» (σ. 181) αποφαίνεται – φράση που ε-ξοργίζει τους Γερμανούς φοιτητές (μαθαίνουμε στο επόμενο δοκίμιο «Σκέψεις για την Πολιτική και την Επανάσταση») και εξηγεί πού στηρίζει αυτή την άποψή της: «Πείτε σε Κινέζο ότι ανήκει ακριβώς στον ίδιο κόσμο με τους Αφρικανούς ιθαγε-νείς Μπαντού και, πιστέψτε με, θα έχετε την έκπληξη της ζωής σας!» (σ. 282). Ξέρουμε σήμερα, που η Κινεζική Αυτο-κρατορία αναδεικνύεται ξανά σε μεγάλη δύναμη, ενώ τότε ήταν ταξινομημένη στις «χώρες του Τρίτου Κόσμου», ότι είχε απόλυτο δίκιο.

Το μεγάλο κύμα βίας που ξέσπασε στην Ευρώπη κατά τη δεκαετία του 1970 δικαίωσε τις ανησυχίες της Άρεντ. Ευτυ-χώς, δεν επαληθεύθηκαν οι χειρότεροι φόβοι με τους οποίους κλείνει το Περί Βίας (σ. 247) ότι «αυτοί που έχουν την εξουσία και τη βλέπουν να γλιστρά από τα χέρια τους … πάντα δυ-σκολεύονταν να αντισταθούν στον πειρασμό να υποκαταστή-σουν την εξουσία με τη βία». Και εξηγεί (σ. 296) στη συνέ-ντευξή της στον Γερμανό δημοσιογράφο Adelbert Reif ότι στην Αμερική υπάρχει «κρίση αξιοπιστίας» απέναντι στους πολιτικούς, ότι ο πόλεμος στο Βιετνάμ θεωρείται πια όχι μόνο

Page 24: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

34

«απάνθρωπος και ανήθικος» αλλά και «παράνομος» και αυτό κόστισε την προεδρία στον Τζόνσον. Σε τέτοιες περιστάσεις: «προκειμένου να συντηρηθεί το σύστημα, οι εξουσιοδοτημέ-νοι αρχίζουν να ενεργούν σαν ηγεμόνες και προσφεύγουν στην άσκηση καταναγκασμού. Υποκαθιστούν τη συγκατάθε-ση του λαού με τη δύναμη». Παρά την τεράστια πρόκληση που αποτέλεσε και ο πόλεμος του Βιετνάμ και η ένοπλη βία των μικρών επαναστατικών ομάδων, οι δημοκρατίες του Δυ-τικού Κόσμου άντεξαν.

Η πολεμική βία

Αναφερόμενη στην ανάπτυξη πολεμικών συστημάτων, με τη σχετική έρευνα να γίνεται ακόμα και μέσα στα πανεπιστήμια, η Άρεντ είναι εξαιρετικά απαισιόδοξη: «από τον διαφαινόμενο ακατανίκητο πολλαπλασιασμός τεχνικών και μηχανών δεν απειλούνται μόνο κάποιες τάξεις με ανεργία: κινδυνεύει η ύ-παρξη ολόκληρων εθνών και ίσως το ίδιο το ανθρώπινο είδος» (σ. 176) – ο μισός αιώνας που έχει περάσει από τότε που η Άρεντ έγραφε αυτές τις γραμμές, δεν την δικαιώνει. Βεβαίως, 50 χρόνια είναι πολύ μικρό χρονικό διάστημα για την ανθρώ-πινη ιστορία – και άλλωστε πολλοί σήμερα υποστηρίζουν ότι κινδυνεύει το ίδιο το ανθρώπινο γένος από κάτι ανήκουστο στην εποχή της Άρεντ, την κλιματική αλλαγή. Αλλά στο εν-διάμεσο είχαν προταθεί άλλες δύο «ολικές καταστροφές»: ο υπερπληθυσμός και η εξάντληση των αποθεμάτων πετρελαί-ου. Διαψεύστηκαν και οι δύο και εξαφανίστηκαν σαν απειλές – η πυρηνική απειλή όμως ποτέ δεν έφυγε, παραμένει κρυμ-μένη καλά στο σκοτάδι και πάντα υπάρχει φόβος να εκδηλω-θεί από άφρονες που θα βλέπουν να γλιστρά η εξουσία από τα χέρια τους.

Υπάρχουν επίσης κάποιες εκτιμήσεις της για τους πολέ-μους του μέλλοντος με βάση την ισορροπία τρόμου που δημι-ουργεί η MAD από τις οποίες επιβεβαιώθηκε η βασική: ότι οι

Page 25: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

35

δύο υπερδυνάμεις δεν θα συγκρούονταν μεταξύ τους. Γνωρί-ζουμε τώρα πια πως, όταν έγραφε το δοκίμιό της, το σημείο τήξης που θα φθάναμε αν ο ψυχρός πόλεμος γινόταν θερμός, είχε ήδη προσπεραστεί ιστορικά, αφού η ανθρωπότητα είχε επιζήσει της κρίσης των πυραύλων της Κούβας. Γνωρίζουμε επίσης ότι εκείνες τις κρίσιμες στιγμές υπέρ της χρήσης πυρη-νικών όπλων δεν ήσαν οι Ρώσοι ή οι Αμερικανοί στρατηγοί αλλά οι ηγέτες της Κούβας, οι επαναστάτες που ήθελαν να απαλλάξουν τον κόσμο από την απανθρωπιά, την αδικία, την εκμετάλλευση και την καταπίεση Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκε-βάρα – ο οποίος δήλωσε ρητά στους Ρώσους ότι αν είχε ο ίδι-ος τη διαχείριση των πυραύλων με τις πυρηνικές κεφαλές θα τους είχε χρησιμοποιήσει εναντίον της Αμερικής· διότι η υπό-θεση του σοσιαλισμού και η αντιμετώπιση της «ιμπεριαλιστι-κής επίθεσης» άξιζαν τη θυσία μερικών εκατομμυρίων ανθρώ-πων. Πρέπει να επισημάνω εδώ ότι η «αλγοριθμική δραστη-ριότητα» (σ. 165) των τεχνοκρατών και των δύο πλευρών α-ποδείχθηκε σοφότερη από τη σκέψη των επαναστατών. Μπο-ρούμε να είμαστε βέβαιοι ότι οι αλγόριθμοι και των δύο πλευ-ρών ήσαν περίπου οι ίδιοι, αφού στηρίζονταν σε πάγιες και γνωστές επιστημονικές αρχές, και έδιναν τα ίδια αποτελέσμα-τα για το τι θα συνέβαινε αφού τροφοδοτούνταν με τα ίδια δεδομένα: όλεθρος. Γεγονός που απέτρεψε Ρώσους και Αμε-ρικανούς να χρησιμοποιήσουν πυρηνικά όπλα. Αντιθέτως, η δυνατότητα των Κουβανών ηγετών να χρησιμοποιούν ελεύ-θερα τη βούληση και τη φαντασία τους οδηγούσε στον πυρη-νικό όλεθρο, διότι αυταπατώνταν, μειονέκτημα που δεν το έχουν οι αλγόριθμοι: υπήρχε μέσα τους η πίστη στην τελική νίκη και η πλήρης αδιαφορία για το κόστος της. Αλλά μπορεί να είχαν και δίκιο, ο κατεστραμμένος κόσμος να ήταν σήμερα σοσιαλιστικός, ο Γκεβάρα και ο Κάστρο να ήσαν οι αγαπημέ-νοι ηγέτες των λίγων που θα είχαν σωθεί και θα έχτιζαν τον νέο κόσμο.

Page 26: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

36

Η πρόγνωσή της όμως ότι πόλεμοι πλέον θα γίνονται με-ταξύ χωρών που δεν έχουν πυρηνικά όπλα (σ. 162), δεν ευτύ-χησε: με την εξαίρεση του μεγάλου πολέμου μεταξύ Ιράν-Ιράκ, σχεδόν σε όλους τους άλλους πολέμους των τελευταίων δεκαετιών εμπλέκονται πυρηνικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Βρετανία, Γαλλία, Ισραήλ), κυρίως βέ-βαια οι ΗΠΑ. Από αυτές, μόνο Ινδία-Πακιστάν βρίσκονται μεταξύ τους σε συνεχή άμεση σύγκρουση χαμηλής έντασης και τα πυρηνικά χρησιμεύουν σαν μέσα αποτροπής, όπως κά-ποτε μεταξύ ΗΠΑ-ΕΣΣΔ. Οι υπόλοιπες έχουν κατά καιρούς συγκρουστεί με μη πυρηνικές δυνάμεις και κατά κανόνα νι-κούν όχι επειδή διαθέτουν πυρηνικά αλλά επειδή οι αντίπαλοί τους είναι ασθενέστεροι πολιτικά και οικονομικά. Αυτό που ήταν το αναπάντεχο ιστορικά ήταν η ανάδειξη των «ασύμμε-τρων πολέμων»: όλες σχεδόν οι μεγάλες δυνάμεις έχουν να αντιμετωπίσουν εχθρούς πολύ πιο αδύναμους αλλά δεν μπο-ρούν να τους εξουδετερώσουν γιατί δεν έρχονται σε ευθεία αναμέτρηση, όπως στους κλασικούς πολέμους.

Η πιο επιτυχημένη πρόβλεψη της Άρεντ, ήταν αυτή που θεωρούσε η ίδια πιο απίθανη, οι πόλεμοι με ρομπότ (σ. 169 αλλά και 209), εν προκειμένω με τα χαμηλού κόστους και με-γάλης αποτελεσματικότητας διάσημα drone που καταφέρ-νουν να επιφέρουν πλήγματα από μακριά. Πρωτοπόρα δύνα-μη είναι φυσικά οι ΗΠΑ, οι οποίες σε συνδυασμό με την ανυ-παρξία «πολιτικού κόστους» λόγω της κατάργησης του εθνι-κού στρατού, είναι σε θέση να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους με σχετική ευκολία. Η Άρεντ συζητώντας τη σχέση εξου-σίας και βίας κάνει την εξής παρατήρηση:

Μόνο η ανάπτυξη στρατιωτών-ρομπότ οι οποίοι, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, θα εξαλείψουν τον ανθρώ-πινο παράγοντα εντελώς και, ενδεχομένως, θα επέτρε-παν σε έναν άνδρα με το πάτημα ενός κουμπιού να εξο-λοθρεύει όποιον ήθελε, μόνο κάτι τέτοιο θα μπορούσε να

Page 27: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

37

αλλάξει αυτή τη θεμελιώδη προτεραιότητα της εξουσίας έναντι της βίας. (σ. 209)

Αυτό ακριβώς συνέβη τούτες τις πρώτες ημέρες του 2020 που γράφω αυτές τις γραμμές: ο Ιρανός στρατηγός Κεμάλ Σουλεϊμανί εξολοθρεύτηκε με το πάτημα κουμπιού από χιλιά-δες χιλιόμετρα απόσταση. Επομένως, με βάση τη δική της α-νάλυση, οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν πολιτική ισχύ αλλά απλώς πανίσχυρα μέσα βίας.

Πολιτική ισχύς και βία

Απασχολεί φυσικά τη Χάνα Άρεντ και το θεωρητικό πρόβλη-μα της σχέσης εξουσίας-βίας. Αναφέρει πολλές παραλλαγές της βεμπεριανής θέσης για το κράτος ως «κυριαρχία ανθρώ-πων επί ανθρώπων που βασίζεται στην άσκηση νομιμοποιη-μένης, δηλαδή θεωρούμενης ως νόμιμης, βίας», παραδέχεται ότι και στην αρχαία Ελλάδα η εξουσία οριζόταν με βάση την κυριαρχία ανθρώπου επί ανθρώπου, προσθέτει ότι τώρα πα-ρουσιάστηκε η γραφειοκρατία, εξουσία του κανενός άρα η «τυραννικότερη μορφή εξουσίας» (σ. 192-197) – αλλά απορ-ρίπτει όλες αυτές τις εκδοχές και, επικαλούμενη την Αθήνα πρωτίστως αλλά και τη Ρώμη, εμμένει στη δική της άποψη, που την έχει ήδη διατυπώσει στην Ανθρώπινη Κατάσταση: «βία είναι η προπολιτική πράξη, με την οποία απελευθερώνε-ται κανείς από την ανάγκη της ζωής για να κερδίσει την ελευ-θερία του κόσμου» – βία είναι αυτή που ασκείται στον δούλο για να παραμένει δούλος ώστε ο κύριός του, απαλλαγμένος από την ανάγκη του μόχθου, να κερδίσει την ελευθερία, δη-λαδή να συμμετέχει στη ζωή της πόλης, στην πολιτική.17 Στην πόλιν οι άνθρωποι μοιράζονται «τους λόγους κα τα έργα», έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν «αθάνατη μνήμη», να α-ναδείξουν δηλαδή τη «μοναδική τους και ανεπανάληπτη ταυ-

                                                       17 Ανθρώπινη κατάσταση, σ. 50.

Page 28: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

38

τότητα». Άλλωστε πρώτιστος σκοπός της πόλεως είναι «να καταστήσει το εξαιρετικό κανονικό συμβάν της καθημερινό-τητας» και να επιτρέψει «στα πιο εφήμερα ανθρώπινα προϊό-ντα», αυτά που γεννούν η πράξη και η ομιλία «να γίνονται άφθαρτα».18 Άρα, τελικά, «Η εξουσία αναβλύζει κάθε φορά που άνθρωποι βρίσκονται μαζί και δρουν από κοινού, αλλά η νομιμοποίησή της προκύπτει μάλλον από την αρχική συνεύ-ρεσή τους παρά από οποιαδήποτε ενέργεια μπορεί να ακο-λουθήσει» (σ. 211).

Όλα αυτά τα θαυμαστά της ελληνικής πόλεως, οδηγούν την Άρεντ στο συμπέρασμα ότι πέρα από την παράδοση που ταυτίζει εξουσία, πολιτική ισχύ και βία υπάρχει και μια άλλη στην οποία «όταν η αθηναϊκή πόλις-κράτος αποκαλούσε στο σύνταγμά της ισονομία, ή οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν civitas τη μορφή της διακυβέρνησής τους, είχαν στο μυαλό τους έννοιες εξουσίας και δικαίου που η ουσία τους δεν στηριζόταν στη σχέση εντολή-υπακοή και οι οποίες δεν ταύτιζαν εξουσία και κυριαρχία, ούτε νόμο και διαταγή».

Και έτσι προχωρεί στους θεμελιώδεις ορισμούς:

Η Εξουσία (Πολιτική Ισχύς, Power) αντιστοιχεί στην αν-θρώπινη ικανότητα του πράττειν, του πράττειν από κοι-νού όμως. Η εξουσία δεν είναι ποτέ κτήμα μεμονωμένου ατόμου, ανήκει σε ομάδα και συνεχίζει να υπάρχει μόνο όσο η ομάδα εξακολουθεί να είναι ενιαία.

Η Βία διακρίνεται από τον εργαλειακό χαρακτήρα της. Φαινομενολογικά συγγενεύει με την ισχύ αφού τα μέσα για την επιβολή βίας, όπως κάθε άλλο εργαλείο, σχε-διάστηκαν και χρησιμοποιούνται με στόχο να πολλα-πλασιάσουν τη φυσική ισχύ έως, στο τελευταίο στάδιο ανάπτυξής τους, να μπορούν να την υποκαταστήσουν εντελώς.

                                                       18 Ανθρώπινη κατάσταση, σ. 269-270.

Page 29: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

39

Με την παρατήρηση όμως, ότι:

Τίποτα δεν είναι συνηθέστερο από τον συνδυασμό βίας και εξουσίας, τίποτα πιο ασύνηθες από το να τις βρούμε στην καθαρή και επομένως ακραία μορφή τους. Από αυτό όμως δεν συνάγεται ότι κύρος, εξουσία και βία εί-ναι το ίδιο.

Επομένως: «η εξουσία προσιδιάζει πράγματι στην ουσία κάθε κυβέρνησης, αλλά η βία όχι. Η βία είναι εκ φύσεως εργα-λειακή· όπως όλα τα μέσα, πρέπει πάντα να καθοδηγείται και να δικαιολογείται από τον σκοπό που επιδιώκει» (σ. 210).

Ας συνοψίσουμε λοιπόν μαζί με την Άρεντ: «Εξουσία και βία είναι αντίθετα: όπου βασιλεύει η μία, η άλλη είναι απούσα … Η βία μπορεί να καταστρέψει την εξουσία, αλλά είναι εντε-λώς ανίκανη να την δημιουργήσει … βία δεν μπορεί να προ-κύψει από το αντίθετό της που είναι η εξουσία» (σ. 215-216).

Από τον ίδιο τον κατάλογο προσώπων και καταστάσεων που παραθέτει η Άρεντ (σ. 192-197) είναι ολοφάνερη η μονα-ξιά της: δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά προσώπου που να συμφωνεί με τον τρόπο που ορίζει η ίδια τη βία και την εξου-σία, που να τις αντιδιαστέλλει με τόσο ριζικό τρόπο. Είναι λο-γικό επομένως να αναρωτηθεί κανείς αν η Άρεντ αναλύει κάτι υπαρκτό ή προτείνει κάτι δέον, πώς δηλαδή θα έπρεπε να εί-ναι η εξουσία.

Στις αναφορές στην αρχαία Ελλάδα υπάρχει μόνο η αγο-ρά ως χώρος «δημόσιας εμφάνισης» – δεν αναφέρονται που-θενά η Πνύκα, η εκκλησία του δήμου, η βουλή, οι βουλευτές, το πρυτανείο, οι ρήτορες, οι ψηφοφορίες, οι οστρακισμοί, οι εμφύλιες διαμάχες, δηλαδή τελικά δεν αναφέρεται πουθενά η πολιτική όπως ασκείται στην πόλιν. Διότι η αγορά, και στην αρχαιότητα, είναι ο τόπος των ιδιωτικών συναλλαγών, το α-ντίθετο της πολιτικής: οι άνθρωποι δεν συναντώνται εκεί ως πρόσωπα αλλά ως παραγωγοί προϊόντων (Ανθρώπινη Κατά-σταση, σ. 288), γράφει η Άρεντ. Η δημόσια εμφάνιση στην

Page 30: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

40

αγορά, η ομιλία και η πράξη σε αυτή, δεν είχε σχέση με τα δη-μόσια πράγματα παρά ως ιδιωτική συζήτηση για αυτά, όπως γινόταν στις ταβέρνες, στα κουρεία, στα λουτρά, στα γυμνά-σια, στα συμπόσια. Προφανώς ανταλλάσσονται πληροφορίες για ιδιωτικά και δημόσια πράγματα, αντιπαρατίθενται και διαμορφώνονται γνώμες, όπως αναφέραμε πιο πριν. Αλλά αυτά αποκτούν δημόσιο χαρακτήρα μόνο στην εκκλησία του δήμου, εκεί μιλούν όλοι εις επήκοον όλων, εκεί είναι κρίσιμο να πείσουν και να πεισθούν για να αποφασίσουν. Η πόλις, την εκκλησία του δήμου εφηύρε όχι την αγορά – τέτοιες υπήρχαν και στις περιοχές του ανατολικού δεσποτισμού, αυτές που σήμερα λέμε «παζάρια», όπως επισημαίνει και η Άρεντ.

Φαίνεται όμως ότι οι πολίτες εκείνης της εποχής προτι-μούσαν την αγορά από την εκκλησία του δήμου, προτιμούσαν τις ιδιωτικές συζητήσεις από τις δημόσιες – ίσως επειδή οι τελευταίες είναι συχνά διχαστικές και επικίνδυνες. Διότι οι πολίτες εκεί δεν συζητούν για να βρουν λύσεις αλλά για να επιβάλλουν τις λύσεις που ήδη έχουν βρει στην αγορά ή στους οίκους ή στα συμπόσια –ίσως αυτά να είναι περισσότερο δη-μόσια από την αγορά– ή στις συνωμοσίες.

Αυτή η προτίμηση της απολιτικής αγοράς έναντι της πο-λιτικής εκκλησίας του δήμου προκύπτει από διάφορα στοιχεί-α: γνωρίζουμε ότι η Πνύκα, όπου συνεδρίαζε η εκκλησία του δήμου, δεν χωρούσε περισσότερους από 6.000 πολίτες, ενώ εκτιμάται ότι στην Αθήνα υπήρχαν περί τους 43.000 πολίτες το 431 π.Χ. –στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου– και 21.000 εκατό χρόνια μετά, επί Δημητρίου Φαληρέως. Δηλαδή μπορούσε να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις της εκκλησίας (μία κάθε δέκα ημέρες περίπου), από το 15% ως 30% των πο-λιτών της Αθήνας – το πολύ, ανάλογα με την εποχή.19 Γνωρί-ζουμε ότι δεν ήσαν οι θέσεις τόσο λίγες για να αποτρέπεται η

                                                       19 Mogens Herman Hansen, The Athenian Ecclesia, Museum Tusculanum Press, 1983.

Page 31: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

41

συμμετοχή, φαίνεται πως δεν χρειάζονταν περισσότερες θέ-σεις, οι Αθηναίοι δεν σκοτωνόντουσαν να πάνε στις συνεδριά-σεις: για τον 5ον αιώνα γνωρίζουμε από τον Αριστοφάνη (Α-χαρνής) ότι τους κυνηγούσαν δούλοι στην αγορά που κρα-τούσαν μεμιλτωμένον σχοινίον, βαμμένο κόκκινο δηλαδή, για να τους σπρώξουν με αυτό να πάνε στη συνεδρίαση της εκ-κλησίας – αλλιώς θα λερωνόταν ο ωραίος μανδύας τους από το κόκκινο χρώμα. Και επειδή φαίνεται το μεμιλτωμένον σχοι-νίον δεν ήταν αποτελεσματικό, από τις αρχές του 4ου π.Χ. αιώ-να έπαιρναν μεροκάματο όσοι συμμετείχαν στις συνεδριάσεις (όπως συνέβαινε ανέκαθεν για τις συνεδριάσεις του δικαστη-ρίου της Ηλιαίας): 1,5 δραχμές στις κύριες (όπου συνήθως έπρεπε να υπάρχει απαρτία 6.000 συμμετεχόντων για να ληφ-θούν αποφάσεις) και 1 δραχμή στις υπόλοιπες.

Ας προσθέσουμε σε αυτά τον περίεργο νόμο του Σόλωνα που δεκαετίες τώρα τον συζητούν και διαφωνούν για το νόη-μα του κλασικοί φιλόλογοι και ιστορικοί. Τον αναφέρει ο Αρι-στοτέλης στην Αθηναίων Πολιτεία (8.5): Ος αν στασιαζούσης της πόλεως μη θήται τα όπλα μηδέ μεθ’ ετέρων, άτιμον είναι και της πόλεως μη μετέχειν.20

Αναφέρεται και η Χάνα Άρεντ στον νόμο αυτόν, ως εξής:

Εύκολα μπορούμε να μαντεύσουμε πόσο φορτωμένη από έγνοιες ήταν αυτή η πολιτική καθημερινή ζωή, αν θυμη-θούμε ότι η νομοθεσία των Αθηναίων δεν επέτρεπε σε κανένα να παραμένει ουδέτερος και τιμωρούσε με στέ-ρηση της ιδιότητας του πολίτη όσους δεν ήθελαν να συμμετάσχουν στις πολιτικές διαμάχες» (Ανθρώπινη Κα-τάσταση, σ. 29, υποσημείωση 10).

                                                       20 Όποιος, όταν η πόλη σπαράσσεται από εσωτερικές συγκρούσεις δεν πάρει τα όπλα και δεν ταχθεί με τη μία ή την άλλη παράταξη, θα χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα και δεν θα συμμετέχει στη δημόσια ζωή. Αθηναίων Πολιτεία, μετά-φραση Δημήτρης Ι. Παπαδής, Αθήνα: Εκδόσεις «Ζήδρος»-Το Βήμα.

Page 32: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

42

Νομίζω πως το θέμα δεν ήταν οι έγνοιες αλλά η απροθυ-μία των Αθηναίων να πάρουν τα όπλα και να μετάσχουν σε διαμάχες. Προτιμούσαν μάλλον να πηγαίνουν στην αγορά και σε συμπόσια.

Θέλω να πω, η «ιδανική» ιδρυτική πράξη της πόλεως, η «αρχική συνεύρεση» των ίσων πολιτών για να «αναβλύσει η εξουσία» απαιτεί διάθεση εμπλοκής στην πολιτική που δεν φαίνεται να υπάρχει, ή τουλάχιστον να είναι τόσο έντονη. Βε-βαίως, αυτή η ιδρυτική πράξη μπορεί να έγινε από μικρότερη ομάδα, όχι από το σύνολο των πολιτών – και πάντα μικρή ομάδα να μετείχε στα πολιτικά πράγματα της πόλης. Άλλω-στε αυτή την εκδοχή, να μετέχουν λίγοι στις πολιτικές διαδι-κασίες, τη δέχεται η Άρεντ για τα συμβούλια, που είναι η επα-ναστατική πολιτική της επιλογή, από «ελίτ που κανένας δεν την επιλέγει αλλά αυτοσυγκροτείται»: «Οι χαρές της δημόσι-ας ευτυχίας και οι ευθύνες των δημόσιων υποθέσεων θα έπε-φταν έτσι στο μερτικό εκείνων των λίγων από όλα τα κοινωνι-κά πεδία που αγαπούν τη δημόσια ελευθερία και δεν μπορούν να είναι ‘ευτυχισμένοι’ χωρίς αυτή».21 Όσοι δεν μετέχουν, δεν αποκλείονται, απλώς αυτοαποκλείονται γιατί τα συμβούλια είναι ανοιχτά σε όλους – και κάτι τέτοιο «όχι μόνο δεν θα εί-ναι αυθαίρετη διάκριση» αλλά προσφέρει μία από τις σημα-ντικότερες αρνητικές ελευθερίες που ήταν άγνωστη στη Ρώμη και στην Αθήνα «την ελευθερία από την πολιτική».

Μου φαίνεται ότι με αυτή την τοποθέτηση, που αναγνω-ρίζει ότι θα είναι επιθυμία λίγων η συμμετοχή στην πολιτική, και ότι υπάρχει ελευθερία όχι μόνο μέσα στην πολιτική αλλά και μέσα στην εθελούσια αποχή από αυτή, η Άρεντ αίρει τις αντιφάσεις που φαίνεται να προκαλεί η θεωρία της «αρχικής συνεύρεσης» ίσων πολιτών για να «αναβλύσει η εξουσία», και αναιρείται η θέση ότι η αποχή των πολιτών από στασιαστικές

                                                       21 Για την Επανάσταση, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, μετάφραση Αγγελική Στουπάκη, σ. 377-378.

Page 33: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

43

διαμάχες οφειλόταν σε φόρτο εργασίας. Αλλά μένει πάντα ανοιχτό το ζήτημα των σχέσεων βίας-εξουσίας: αφού λίγοι μόνο μετέχουν στην πολιτική, ως ίσοι μεταξύ τους, τι είδους σχέση διαμορφώνουν με τους υπόλοιπους; Ο Richard Wolin απευθύνει στην Χάνα Άρεντ πολλές κατηγορίες για αυτές τις απόψεις (βάζει αριστοκρατικούς φραγμούς, έχει αλλόκοτη επιχειρηματολογία, κάνει προσβλητική διάκριση μεταξύ ενερ-γών και παθητικών πολιτών, επιδεικνύει ελιτίστικη μεροληψί-α, κτλ)22 αλλά μου φαίνεται πως η παραδοχή της αδιαφορίας της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών για την πολιτική είναι ρεαλιστική περιγραφή της κατάστασης που δεν πρέπει πια να την κρύβουν τα «ψευδοπολιτικά μαζικά κινήματα»23 για να ισχυρίζονται ότι έχουν ισχυρή λαϊκή νομιμοποίηση.

Σκέψεις για την Πολιτική και την Επανάσταση

Στο τελευταίο κείμενο αυτής της συλλογής («Σκέψεις για την Πολιτική και την Επανάσταση»), η Χάνα Άρεντ επιχειρεί κάτι που η ίδια ξέρει πολύ καλά πως είναι αδύνατον: να νουθετήσει τους Γερμανούς φοιτητές για τις μεθόδους δράσης και τους στόχους που πρέπει να υιοθετήσουν. Πρόκειται για συνέντευ-ξη που έδωσε στον δημοσιογράφο Adelbert Reif στην οποία τίθενται πλήθος ζητημάτων που απασχολούσαν το γερμανικό, και όχι μόνο, φοιτητικό κίνημα.

Όπως όμως σημειώνει η ίδια στο δοκίμιο «Πολιτική Ανυ-πακοή»:

Οι «σοφοί άνθρωποι» … πάντα ήσαν γέροντες, έτοιμοι να εγκαταλείψουν τον κόσμο. Η σοφία τους, αποκτημένη κοντά στην αναχώρηση, δεν μπορεί να κυβερνήσει κό-σμο εκτεθειμένο στη συνεχή επιθετικότητα της απειρίας

                                                       22 Τα Παιδιά του Χάιντεγκερ, σ. 96. 23 Για την Επανάσταση, σ. 377.

Page 34: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

44

και της «βλακείας» των νεόφερτων. Χωρίς τις διασυνδε-δεμένες πραγματικότητες της γέννησης και του θανάτου, που εγγυώνται την αλλαγή και κάνουν αδύνατη την ε-ξουσία της σοφίας, η ανθρώπινη φυλή μάλλον θα είχε σβήσει εδώ και καιρό από ανυπόφορη ανία (σ. 129).

Μάλλον θα φαίνονταν «ανυπόφορα ανιαρές» οι σοφές απόψεις της στους φοιτητές που αναστάτωναν τότε τη Γερμα-νία με συνεχείς διαδηλώσεις και συγκρούσεις, αιματηρές συ-χνά, με την αστυνομία –όπως άλλωστε συνέβαινε και σε όλες σχεδόν τις γειτονικές χώρες– εξαιρουμένων των τριών δικτα-τοριών (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία) και φυσικά των χωρών του «υπαρκτού σοσιαλισμού», του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Για παράδειγμα, η Άρεντ παρατηρεί στο Περί Βίας (Παράρ-τημα XV) ότι οι νέες αριστερές γερμανικές ομάδες που «η θο-ρυβώδης αντίθεσή τους σε εθνικιστικές ή ιμπεριαλιστικές πο-λιτικές άλλων χωρών υπήρξε εξαιρετικά ακραία, δεν έχει α-σχοληθεί σοβαρά με το θέμα της αναγνώρισης της γραμμής Όντερ-Νάισε καίτοι πρόκειται για ένα από τα κρισιμότερα θέματα της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής και το οποίο αποτέλεσε τη λυδία λίθο του γερμανικού εθνικισμού»24 – και ο δημοσιογράφος επισημαίνει ότι η Νέα Αριστερά αποδέχεται τη γραμμή Όντερ-Νάισε αλλά η δύναμή της είναι τόσο μικρή ώστε η θέση της δεν έχει καμιά πρακτική σημασία. Και η Ά-

                                                       24 «Γραμμή Όντερ-Νάισε» (Oder–Neisse line) ονομάστηκε η συνοριακή γραμμή μεταξύ Ανατολικής Γερμανίας και Πολωνίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία και έγινε συνοριακή γραμμή Γερμανίας-Πολωνίας το 1990, μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών. Ο Νάισε είναι παραπόταμος του Όντερ και τα σύνορα αρχικά ακολουθούν τον Νάισε και μετά τη συμβολή των δύο ποταμών τον Όντερ ως την εκβολή του στη Βαλτική. Ανατολικά της γραμμής αυτής υ-πήρχαν μεγάλες γερμανικές περιοχές πριν τον πόλεμο, αποτελούσαν περίπου το 25% της συνολικής έκτασης της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, οι οποίες παρα-χωρήθηκαν στην Πολωνία (και στη Ρωσία). Οι κάτοικοί τους, 12 εκατομμύρια (1945), υποχρεώθηκαν να εγκατασταθούν σχεδόν όλοι στη Γερμανία. Ένα μέρος αυτών των περιοχών είναι η «χαμένη πατρίδα» της Χάνα Άρεντ, το κομμάτι της Ανατολικής Πρωσίας με την Καινιξβέργη που παραχωρήθηκε στη Ρωσία, το σημερινό Καλίνινγκραντ.

Page 35: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

45

ρεντ απαντά ότι «αλλαγές πολιτικής στην Περσία, ως αποτέ-λεσμα της δράσης της γερμανικής Νέας Αριστεράς [η οποία οργάνωνε διαδηλώσεις κατά του σάχη της Περσίας], θα ήσαν φυσικά ακόμα λιγότερο πιθανές» (σ. 301).

Η συνέντευξη δόθηκε το καλοκαίρι του 1970, η Άρεντ εί-ναι σοφή καθηγήτρια 65 σχεδόν ετών και έχει πια αμερικανική ιθαγένεια – αλλά αν η πατρίδα μας, τα παιδικά μας χρόνια, είναι χωροχρόνος και όχι μόνο χρόνος, τότε η Άρεντ αποδεχό-ταν η πατρίδα της, η Καινιξβέργη του Καντ, που βρισκόταν ανατολικά της γραμμής Όντερ-Νάισε να ανήκει πια σε χώρα που μόνο αγαπημένη της δεν ήταν, την ολοκληρωτική ακόμα τότε Ρωσία. Δεν ξέρω αν νοσταλγούσε τη πόλη των παιδικών της χρόνων αλλά η έντονη διανοητική σχέση της με τον «φι-λόσοφο της Καινιξβέργης», είναι έκδηλη σε όλο το έργο της – ακόμα και το τελευταίο The Life of the mind επρόκειτο να εί-ναι τριλογία με μέρη thinking, willing, judging, που αντιστοι-χούσαν στις τρεις Κριτικές του μεγάλου συμπατριώτη της. Και μέρος των παιδικών της χρόνων ήταν η ανάγνωση σε ηλικία 14 ετών της Κριτικής του Καθαρού Λόγου.25

Προκειμένου όμως να εξασφαλιστεί η ειρήνη στην Ευ-ρώπη, έπρεπε να γίνουν αποδεκτά τα σύνορα που είχαν επι-βληθεί στην ηττημένη Γερμανία, πέρα από συναισθηματι-σμούς για «χαμένες πατρίδες» των Γερμανών προσφύγων, αυτό εξηγούσε η Άρεντ στην τοποθέτησή της. Αλλά η σοφή τοποθέτηση ήταν αντι-συναισθηματική, άρα αντι-νεανική, δεν διαβάζουν όλοι οι έφηβοι σε ηλικία 14 χρόνων Καντ, προτιμούν τη λογοτεχνία – ενώ ο σάχης ήταν κάτι πολύ σο-βαρό συναισθηματικά: κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία το 1967 είχε οργανωθεί διαδήλωση εναντίον του, έγιναν επεισόδια και ο φοιτητής Benno Ohnesorg σκοτώθη-κε από σφαίρα αστυνομικού που τον χτύπησε στο κεφάλι

                                                       25 Wolfgang Heuer, Hannah Arendt (γαλλική έκδοση) σ. 21.

Page 36: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

46

στο Βερολίνο, μπροστά στην Όπερα που θα επισκεπτόταν ο σάχης, στις 2 Ιουνίου 1967.

Ο θάνατος του Benno Ohnesorg ήταν για τους αριστε-ρούς Γερμανούς φοιτητές η γενέθλια πράξη του δικού τους «1968» – και το να μιλά η Άρεντ εναντίον εκείνης της κινητο-ποίησης ήταν σαν να δικαίωνε την αστυνομία που τον σκότω-σε, σαν να ακύρωνε ολόκληρο το κίνημα. Πώς να την ακού-σουν οι επιθετικοί, χωρίς εμπειρία, και «βλάκες» νεόφερτοι; Αν ήταν να διαλέξει κανείς, σίγουρα ο ηρωικός θάνατος σε σύγκρουση με την αστυνομία ήταν προτιμότερος από θάνατο λόγω ανίας, που η ίδια μας λέει πως θα ήταν η μοίρα της αν-θρωπότητας αν δεν υπήρχαν οι νέοι, να γράφουν στα παλιά τους παπούτσια τη σοφία των γερόντων.

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο: η αντιπάθεια των φοιτητών προς τον σάχη ήταν εξίσου έντονη με τη συμπάθειά τους προς τους Βιετκόνγκ. Όλοι ήμασταν εναντίον του σάχη, το καθε-στώς του δεν ήταν πολύ διαφορετικό από τη χούντα της Ελ-λάδας. Στην πραγματικότητα ήμασταν ξανά εξαπατημένοι, όπως και στην περίπτωση του Βιετνάμ: όταν ο μεγαλομανής και αυταρχικός σάχης ανατράπηκε οκτώ χρόνια αργότερα, στη θέση του ήρθαν οι ακόμη χειρότεροι αγιατολάδες. Και είναι ακόμα εκεί.

Η Άρεντ είναι επικριτική διότι επιπλέον δεν τους θεωρεί σωστούς επαναστάτες: όταν θα έρθει η κρίσιμη στιγμή δεν θα είναι σε θέση να αρπάξουν την εξουσία, όπως έκαναν οι μπολσεβίκοι το 1917. Δεν έχουν αναλύσεις, δεν έχουν πείρα – απλώς βάζουν σε κίνδυνο την κοινοβουλευτική δημοκρατία με τα καμώματά τους: μία από τις τρομοκρατικές οργανώσεις της Αριστεράς, όχι με την εμβέλεια της RAF, για να «τιμήσει» τον πεσόντα Benno Ohnesorg είχε το όνομά του για τίτλο.

Η συνέντευξη είναι πολύ καλή, ο δημοσιογράφος Adelbert Reif κάνει καλά τη δουλειά του: έχει πάει διαβασμένος, ξέρει τα έργα της Άρεντ, αναφέρει αποσπάσματα, γνωρίζει τις α-πόψεις της, ξέρει τι θέλει και το φοιτητικό κοινό του, το ο-

Page 37: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

47

ποίο είναι λογικό να ενδιαφερθεί για τη συνέντευξη της διά-σημης Αμερικανο-γερμανο-εβραίας. Έχει βεβαίως ετοιμάσει τις ερωτήσεις αλλά ακούει κιόλας, δημιουργεί νέες ερωτήσεις από αυτά που του απαντά, κάτι που μπορούν να το κάνουν μόνο οι καλοί, έμπειροι δημοσιογράφοι. Η Άρεντ όμως είναι ακόμη καλύτερη, απαντά διεξοδικότατα, εφ’ όλης της ύλης. Μου φαίνεται είναι αδύνατον οι τόσο συγκροτημένες και εκτεταμένες τοποθετήσεις της να είναι προφορικές, πρέπει μετά να της έδωσε το απομαγνητοφωνημένο κείμενο και να το επεξεργάστηκε, συνηθίζονται αυτά.

Ουσιαστικά, όλη η συζήτηση περίστρεφεται γύρω από τα θέματα που θίγουν τα τρία δοκίμια που προηγούνται και τα περισσότερα από αυτά έχουν ήδη σχολιαστεί εδώ. Αξίζει ίσως να επισημανθούν αυτά που λέει η Άρεντ για την επανάσταση και τη μομφή της ότι οι φοιτητές δεν είναι επαναστάτες –βαριά μομφή για αυτούς, εκείνη την εποχή– σε συνδυασμό με την προωθημένη πολιτικά, αναρχική ουσιαστικά, συμβουλιακή της άποψη. Υπάρχει εδώ αντίφαση γιατί η Άρεντ αναφέρεται ρητά στο λενινιστικό μοντέλο επανάστασης και επαναστατών όταν δηλώνει ότι οι φοιτητές δεν είναι αυτό ακριβώς που θα ήθελαν να είναι: επαναστάτες (σ. 278), γιατί δεν έχουν ιδέα τι είναι ε-ξουσία και «αν η εξουσία ήταν πεταμένη στους δρόμους σί-γουρα θα ήσαν οι τελευταίοι που θα έσκυβαν να την πάρουν» – πρόκειται για φράση που αποδίδεται στον ίδιο τον Λένιν, ο οποίος την ίδια ημέρα που καταλήφθηκαν τα χειμερινά ανά-κτορα δήλωσε «το κόμμα βρήκε την εξουσία πεταμένη στους δρόμους και απλώς τη μάζεψε». Λενινιστικά είναι επίσης το ότι την επανάσταση δεν την κάνουν οι επαναστάτες αλλά οι μάζες (και οι επαναστάτες τότε καταφθάνουν να μαζέψουν την εξου-σία), όπως και η φράση «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκρι-μένης κατάστασης» ως καθήκον των επαναστατών. Πρόκειται για πασίγνωστο «τσιτάτο» του Λένιν.

Αλλά είναι πασίγνωστο από την άλλη, και το λέει και η Άρεντ, ότι τα συμβούλια, τα σοβιέτ, τα οποία η ίδια υπερασπί-

Page 38: Arendt.CRISIS.EPIMELEIA 01a 001-048

HANNAH ARENDT [ ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ]

48

ζεται ως τις μόνες γνήσιες επαναστατικές μορφές, «το μόνο γνήσιο βλαστάρι των επαναστάσεων», και εδώ και σε άλλα βιβλία της, όπως είδαμε παραπάνω – τα σοβιέτ λοιπόν «εξο-ντώθηκαν ανελέητα από το ΚΚ και τον ίδιο τον Λένιν», γρά-φει (σ. 289). Είναι αλήθεια ότι τον Λένιν γενικά τον αντιμετω-πίζει με σεβασμό και φορτώνει στον Στάλιν τα πάντα: θεωρεί ότι επί Στάλιν η ΕΣΣΔ έγινε ολοκληρωτικό κράτος και ότι αυτή η πορεία δεν ήταν δεδομένη όταν πέθανε ο Λένιν – αλλά από την άλλη, οι «επαναστάτες» τους οποίους επαινεί είναι οι μπολσεβίκοι, το Κομμουνιστικό Κόμμα με τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, δηλαδή την αντιδημοκρατική δομή και την αλάνθαστη ηγεσία. Και σε κάθε περίπτωση, αναφέρει επίσης ότι ο Στάλιν «μετέτρεψε την επαναστατική δικτατορία του Λένιν σε πλήρη ολοκληρωτική κυριαρχία».26 Μου φαίνεται λοιπόν περίεργο, οπαδός της συμβουλιακής δημοκρατίας να προτείνει ως μοντέλο οργάνωσης επαναστατικής οργάνωσης το λενινιστικό μπολσεβίκικο κόμμα – και να ελπίζει μετά ότι αυτή η οργάνωση δεν θα «εξοντώσει ανελέητα» τα συμβούλι-α. Κάποια επιχειρήματα θα πρέπει να είχε για αυτή την άποψη η Χάνα Άρεντ, αλλά δεν θα τα μάθουμε ποτέ.

Δημήτρης Ψυχογιός  

 

                                                       26 Απαρχές του Ολοκληρωτισμού, Τρίτο Μέρος: Ολοκληρωτισμός, σ. 46. Εκδό-σεις Νησίδες, μετάφραση Βασίλης Τομανάς.